.

Έρχονται επενδύσεις 2 δις ευρώ στα φωτοβολταϊκά – Στοίχημα η ομοιόμορφη χρονική κατανομή των έργων για να αποφευχθεί η υπερθέρμανση

Προ ημερών ο μεγάλος μεικτός διαγωνισμός ΑΠΕ στον οποίο κυριάρχησαν τα φωτοβολταϊκά, με τιμές που ήταν αισθητά κάτω από την Οριακή Τιμή του Συστήματος, έδειξε τη μεγάλη προοπτική αλλά και τις δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου τα επόμενα χρόνια.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το μεγάλο έργο των 200MW που θα κατασκευαστεί στην Κοζάνη εξασφάλισε μέση τιμή (και για τα τρία επιμέρους πάρκα) στα 5,7 cent/KWh, ή αλλιώς 57 ευρώ/ Mwh όταν η ΟΤΣ το Φεβρουάριο ήταν στα 69 ευρώ/ Mwh.

Ποια είναι όμως τα δεδομένα που προμηνύουν μια νέα άνοιξη για την αγορά των φωτοβολταϊκών;
Πρόσφατα ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών Σωτήρης Καπέλος, ανέφερε σε εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη ότι σύμφωνα με το Εθνικο Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, θα πρέπει μέχρι το 2030 η ισχύς των φτοβολταϊκών να φτάσει τα 6900MW. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να εγκατασταθούν στην επόμενη 10ετία 4,5GW πάρκων, που σημαίνει ότι με ισομερή κατανομή των έργων θα πρέπει κάθε χρόνο να εγκαθίστανται 300 έως 400 MW νέων έργων.
Εάν υποτεθεί ότι το μέσο κόστος των έργων θα κυμανθεί πέριξ των 400 χιλ. Ευρώ/ MW τότε το ύψος των επενδύσεων στον κλάδο μέχρι το 2030 υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ.
Είναι ευνόητο ότι ανάλογα με την εξέλιξη της τεχνολογίας αλλά και με την τάση δημιουργίας μεγαλύτερων έργων, δημιουργούνται οικονομίες κλίμακας που σαφώς ευνοούν την ακόμη μεγαλύτερη μείωση των τιμών και τη μεγαλύτερη απόδοση των έργων (πχ bifacial πάνελ).
Επιπρόσθετα με το νέο μοντέλο της αγοράς που θα ισχύσει από το 2020, οι επενδυτές ΑΠΕ και φωτοβολταϊκών θα μπορούν να συνάπτουν διμερείς συμβάσεις με καταναλωτές και να συμμετέχουν κανονικά στην ημερήσια αγορά ανταγωνιζόμενοι άλλες μορφές παραγωγής ενέργειας, μέσω των πράσινων aggregators. Και βέβαια ο νέος κύκλος ανάπτυξης δεν αφορά μόνο σε φωτοβολταϊκά που συνδέονται με το σύστημα αλλά με τεχνολογία που θα συνδυάζεται με άλλες, όπως η ηλεκτροκίνηση, οι αυτοματισμοί, τα έξυπνα δίκτυα, κλπ. Μεσομακροπρόθεσμα, είναι μάλλον κοινή η πεποίθηση ότι η ανάπτυξη και ωρίμανση των υβριδικών τεχνολογίων με βάση τα φωτοβολταϊκά αναμένεται να κυριαρχήσει στην αγορά
Ταυτόχρονα η ωρίμανση του κλάδου μετατοπίζει το κέντρο βάρους της ανάπτυξης από τις μικρές και μεσαίες εταιρείες, στους μεγαλύτερους ομίλους που έχουν τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν σε μεγάλης κλίμακας επενδύσεις. Στην Ελλάδα οι μεγαλύτεροι παίκτες της αγοράς είναι η Τέρνα Ενεργειακή, η METKA EGN της Μυτιληναίος, η ΕΛΠΕ Ανανεώσιμες, η ΔΕΗ Ανανεώσιμες η ΕΛΤΕΧ Άνεμος, ο όμιλος Παναγάκου (Spes Solaris) , οι οποίοι αναπτύσσουν μεγάλα πάρκα. Σε ό,τι αφορά τους διεθνείς παίκτες στην ελληνική αγορά σταδιακά επαναδραστηριοποιούνται στα φωτοβολταϊκά παίκτες όπως η Juwi, η Sunedison, η ABO Wind, η Total Eren και οι κινεζικές εταιρείες China Energy, Sumec Energy και Spi Energy.
Ξαναγεννιέται ο κλάδος
Εκτός από τις εταιρείες που δημιουργούν χαρτοφυλάκιο έργων με στόχο την παραγωγή, η νέα άνοιξη της αγοράς, δημιουργεί νέα δεδομένα και για τις εταιρείες που παρέχουν εξοπλισμό και υπηρεσίες ανάπτυξης κατασκευής και συντήρησης φωτοβολταϊκών πάρκων. Μετά τη μαζική φυγή των εταιρειών όταν ο κλάδος κατέρρευσε το 2013, για πρώτη φορά υπάρχει κινητικότητα και επαναδραστηριοποίηση εταιρειών όπως έδειξε και η πρόσφατη συμφωνία της ΚΑΥΚΑΣ με 2 εκ των μεγαλύτερων προμηθευτών φ/β στον κόσμο, της Jinko (πλαίσια) και της Huawei (inverters).
Καθώς το νέο καθεστώς των διαγωνισμών και στη συνέχεια η ανταγωνιστική λειτουργία των φ/β έχουν εξορθολογίσει τις τιμές και τα κόστη για τους καταναλωτές, είναι εύλογο να δημιουργούνται νέες ευκαιρίες. Εδώ πάντως παράγοντες του κλάδου είναι σαφείς ως προς την πραγματική στόχευση: δεν θα πρέπει να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος και να υπερθερμανθεί η αγορά για 2 – 3 χρόνια με κίνδυνο να οδηγηθεί σε κατάρρευση στη συνέχεια.
Η ομοιόμορφη κατανομή των νέων εγκαταστάσεων στη 10ετία θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της αγοράς. Άλλωστε μετά το 2030, αναμένεται να δημιουργηθεί νέα ζήτηση καθώς θα ολοκληρωθεί ο κύκλος ζωής των πρώτων εγκαταστάσεων που θα υπερβούν τα 20 έτη λειτουργίας. Επομένως η αγορά έχει περιθώρια υγιούς και μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, υπό τον όρο ότι θα αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος.

Πηγη: energypress.gr

0 σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοσίευση σχολίου