.

Εθνική Ενεργειακή Στρατηγική στη Χώρα των Μύθων

Το τελευταίο δεκάμηνο, οι προθέσεις της ΔΕΗ ΑΕ καθώς και οι προτάσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Στρατηγικής (ΣΕΕΣ) αναφορικά με την είσοδο του λιθάνθρακα στο εθνικό ενεργειακό μίγμα, βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων και πυροδότησαν σωρεία αντιδράσεων από την πλευρά περιβαλλοντικών οργανώσεων, τοπικών φορέων αλλά και πολιτικών σχηματισμών. Πριν από περίπου οκτώ μήνες, η απερχόμενη πολιτική ηγεσία του τέως ΥΠΑΝ αποφάσισε τον οριστικό αποκλεισμό τόσο του λιθάνθρακα όσο και της πυρηνικής ενέργειας από το εγχώριο ενεργειακό χαρτοφυλάκιο. Η σημερινή υπουργός αρμόδια για θέματα Ενέργειας, στα πλαίσια των πρόσφατων προγραμματικών δηλώσεων, έβαλε τέρμα στις συζητήσεις και στους προβληματισμούς και τάχθηκε επίσης κατά του λιθάνθρακα και των πυρηνικών.

Είναι πραγματικότητα ότι η ηλεκτροπαραγωγή από ενεργειακά συστήματα υψηλής συγκέντρωσης ισχύος, συνοδεύεται από σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις σε όλο το φάσμα της αξιοποίησής των, από την εξόρυξη της καύσιμης ύλης μέχρι την απόθεση των παραπροϊόντων. Παράλληλα, συνδέονται κατά περίπτωση με υψηλά επίπεδα εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ανά παραγόμενη μονάδα ενέργειας.

Το γεγονός όμως ότι τα στερεά ορυκτά καύσιμα σχετίζονται με υψηλά επίπεδα εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, σε καμιά περίπτωση δεν πυροδότησε αποφάσεις ή προτάσεις για ολοκληρωτικό αποκλεισμό τους από το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο ενεργειακό ισοζύγιο. Η ανεξέλεγκτη κατανάλωση κρέατος ή γαλακτοκομικών σχετίζεται με υψηλά επίπεδα χοληστερίνης. Κανείς όμως δεν θα ισχυριζόταν ότι η βέλτιστη επιλογή απαιτεί τη μονοδιάστατη στροφή στη χορτοφαγία. Όσο και αν ακούγεται απλουστευμένο, τόσο η ενεργειακή οικονομία κάθε χώρας όσο και η διατροφική οικονομία ενός ανθρώπου διέπονται από ομόλογους κανόνες. Διαφοροποίηση πηγών, ευκολία υποκατάστασης, αποφυγή εξάρτησης, προστασία του περιβάλλοντος με τη στενά προσωπική όσο και ευρεία έννοια του όρου.

Με την ιδιότητα του εργαζόμενου στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας και Εφαρμογών Στερεών Καυσίμων του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΙΤΕΣΚ/ΕΚΕΤΑ), αλλά πρωτίστως ως κάτοικος της Δ. Μακεδονίας, θα ήθελα να καταθέσω μερικές απόψεις αναφορικά με τα επιχειρήματα που ενδεχομένως, διαμόρφωσαν τις πρόσφατες εθνικές επιλογές στον τομέα της ενέργειας.

Οι λιγνιτικές μονάδες της Χώρας μας είναι οι πλέον ρυπογόνες σε ευρωπαϊκό επίπεδο;

Ο βαθμός περιβαλλοντικής πίεσης μιας ηλεκτροπαραγωγικής μονάδας είναι συνάρτηση της εφαρμοζόμενης τεχνολογίας και πρωτίστως, της ποιότητας του καυσίμου τροφοδοσίας. Ο λιγνίτης είναι το ορυκτό καύσιμο με την υψηλότερη ένταση άνθρακα και το περιβαλλοντικό του αποτύπωμα είναι το πλέον ισχυρό. Δεν υπάρχει σήμερα διαθέσιμη τεχνολογία η οποία μπορεί να δεσμεύει το διοξείδιο του άνθρακα με οικονομικά αποδεκτό κόστος. Για αυτό ακριβώς, μαζί με τους σταθμούς της ΔΕΗ, στη γνωστή λίστα με τις περισσότερο ρυπογόνες μονάδες φιγουράρουν και λιγνιτικοί σταθμοί της Γερμανίας, της χώρας με τους πλέον αυστηρότερους περιβαλλοντικούς περιορισμούς.
Στον αντίποδα, προκαλεί μόνιμη απορία στους μηχανικούς άλλων χωρών το πώς καταφέρνει η Χώρα μας να αξιοποιεί με σημαντικότατη επιτυχία, με αυστηρά βεβαίως θερμοδυναμικούς και επιχειρησιακούς όρους, ένα από τα δυσκολότερα ορυκτά καύσιμα παγκοσμίως. Σαφώς και υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς των λιγνιτικών μονάδων. Όμως, η ισοπέδωση είναι επιστημονικά ελεγχόμενη και οριακά προκλητική για τους συντοπίτες μου της Δυτικής Μακεδονίας. Μια περιοχή η οποία, δυστυχώς, κινδυνεύει να απαξιωθεί σαν στυμμένη ενεργειακή λεμονόκουπα.

Εξαντλήσαμε τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές αξιοποίησης του εγχώριου λιγνίτη;

Αντί άλλης τεκμηρίωσης, σας μεταφέρω τα συμπεράσματα σχετικού συνεδρίου του ΤΕΕ με θέμα «Το ενεργειακό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας σήμερα» που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 23-28 Μαΐου του 1977 !
Τότε λοιπόν, ως άμεση προτεραιότητα για τους ελληνικούς λιγνίτες προτάθηκε η αποδοτική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, η προστασία του περιβάλλοντος και η ενσωμάτωση βελτιωμένων διαδικασιών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Μετά από 32 χρόνια, έχω την αίσθηση ότι βρισκόμαστε σχεδόν στο ίδιο σημείο:
εντατική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, προβλήματα στην περιβαλλοντική προστασία, καθυστέρηση στην ενσωμάτωση βελτιωμένων ενεργειακών τεχνολογιών.
Με εξαίρεση κάποιες αποσπασματικές δράσεις, δεν υπήρξε ποτέ σε εθνικό επίπεδο ένα χρονοδιάγραμμα συνεκτικών και μακροπρόθεσμων δράσεων βέλτιστης αξιοποίησης των ελληνικών λιγνιτών.
Εντελώς ενδεικτικά, συγκρίνετε απλά το πώς αξιοποιήθηκαν διαχρονικά οι δυνατότητες του Σιδηροδρόμου στη Δυτική Ευρώπη σε σχέση με τη Χώρα μας και θα έχετε μία ανάλογη εικόνα για το πώς αξιοποιήσαμε τους ελληνικούς λιγνίτες. Προφανώς και δεν φταίει ο λιγνίτης.

Ο λιγνίτης και ο λιθάνθρακας μπορούν να αξιοποιηθούν ως καθαρές πηγές ενέργειας;

Η ενεργειακή αξιοποίηση των ορυκτών καυσίμων με σχεδόν μηδενικές εκπομπές ρύπων, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες τεχνολογικές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι μόνον. Στην κατεύθυνση αυτή, σημαντικότατος αριθμός βιομηχανιών, ερευνητικών κέντρων και εκατοντάδες ειδικοί επιστήμονες εργάζονται σε ένα μακροπρόθεσμο ερευνητικό και επιδεικτικό σχέδιο. Το 2010 αναμένεται να ξεκινήσει σε επιδεικτικό στάδιο η παραγωγή ενέργειας σε θερμικούς σταθμούς ορυκτών καυσίμων εφαρμόζοντας την τεχνολογία της δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CΟ2 Capture & Storage- CCS). Με τα σημερινά τεχνολογικά επίπεδα, το συνολικό κόστος δέσμευσης, μεταφοράς και αποθήκευσης του διοξειδίου του άνθρακα σε ανθρακικούς θερμικούς σταθμούς ανέρχεται περίπου στα 65-70 ευρώ ανά τόνο CO2. Οι σημαντικές τεχνικές βελτιώσεις που αναμένονται τα επόμενα έτη εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν, πριν το 2020, σε κόστος 20-25 ευρώ ανά τόνο CO2. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι το κόστος της τάξης των 7,5-8,5 cents /kWh για ηλεκτροπαραγωγή από άνθρακα με τις σημερινές τεχνολογίες CCS είναι συγκρίσιμο με το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής με αιολική ενέργεια (6-8 cents/kWh) για τοποθεσίες με χαμηλές ταχύτητες ανέμου. Οι τεχνικές βελτιώσεις στα συστήματα CCS αναμένεται να μειώσουν το κόστος, μετά το 2020, σε επίπεδα των 6 cents/kWh και πλήρως ανταγωνιστικά με το μέσο κόστος παραγωγής αιολικής ενέργειας (5-6 cents /kWh).
Σε κάθε περίπτωση, οι μελλοντικοί λόγοι τιμής φ.αερίου/άνθρακα και οι τιμές ανά δικαίωμα εκπομπών CO2 θα είναι οι καθοριστικοί παράγοντες κατά τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων σε νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη, φ. αέριο ή ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας μπορούν να υποκαταστήσουν τα στερεά ορυκτά καύσιμα;

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σαφώς και συμβάλουν στη διαφοροποίηση του ενεργειακού μίγματος, είναι περιβαλλοντικά φιλικότερες συγκρινόμενες με τα ορυκτά καύσιμα και γενικότερα, προωθούν την ανάπτυξη νέων υλικών και τεχνολογιών και προάγουν μια εναλλακτική και σε κάθε περίπτωση θετική αντίληψη στην κατεύθυνση αξιοποίησης των φυσικών πόρων.
Είναι όμως πραγματικά περίεργο ότι ενώ είναι δεδομένο ότι οι τεχνολογίες των αιολικών πάρκων και των άλλων ΑΠΕ μόνο συμπληρωματικά και υποστηρικτικά μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα ηλεκτρικό σύστημα, εμφανίζονται ως κυρίαρχες τεχνολογίες για την κάλυψη των ηλεκτρικών αναγκών της Χώρας.
Είναι τεχνολογικά αυθαίρετο και μεσοπρόθεσμα επικίνδυνο να περνάμε το μήνυμα ότι η λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων στη Δυτική Μακεδονία ή η ενδεχόμενη λειτουργία λιθανθρακικών μονάδων είναι εθνική διαστροφή και οι εναλλακτικές λύσεις είναι θέμα «κυβερνητικών επιλογών». Με έκπληξη διαβάζω τακτικά στον Αθηναϊκό τύπο, με έντονη μάλιστα διάθεση καταγγελίας από τη πλευρά των δημοσιογράφων ότι, για παράδειγμα, «…η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας προωθεί λιθανθρακικές μονάδες σε βάρος των φωτοβολταικών...». Συγκρίνουμε δηλαδή την ικανότητα μεταφοράς επιβατών του Intercity Θεσσαλονίκη-Αθήνα με αυτήν ενός ποδηλάτου της ίδιας διαδρομής !
Τρίτη, 13 Οκτωβρίου 2009, 08:15, σε ώρα αναδυόμενης ενεργειακής αιχμής. Από τα εκατοντάδες εγκατεστημένα αιολικά ΜWs, διαθέσιμα υπήρχαν μόνον 48,5. Τα υπόλοιπα δήλωναν «ωσεί παρών» και περίμεναν τον Αίολο να φυσήξει…
Ακόμη και αν γεμίζαμε όλες τις ραχούλες με αιολικά πάρκα ή αν υποκαθιστούσαμε όλα τα συμβατικά μας αυτοκίνητα με υβριδικά, θα δίναμε ενδεχομένως απάντηση στον προσδιορισμό «πράσινη» αλλά δεν θα καλύπταμε το κυρίαρχο ζητούμενο, που δεν είναι άλλο από την «ανάπτυξη». Θα παραμέναμε συνεπείς καλοπληρωτές εισαγόμενης τεχνογνωσίας.

Έχουμε εναλλακτικές ενεργειακές επιλογές και ο λιθάνθρακας αποτελεί πραγματικά κάκιστη επιλογή;

Οι επιλογές δεν είναι απεριόριστες:

Εγχώριοι λιγνίτες: Η ποιότητά τους βαίνει συνεχώς προς το χειρότερο με προδιαγραφές εκτός των σχεδιαστικών ορίων των θερμοηλεκτρικών σταθμών. Ένα ποσοστό της τάξης του 50% της εγκατεστημένης ισχύος είναι υπέργηρο, ενώ το 2012 αναμένεται ιδιαίτερα κρίσιμο όσον αφορά στην ασφαλή τροφοδοσία των ατμοηλεκτρικών μονάδων.

Φυσικό Αέριο: Περιβαλλοντικά φιλικότερο σε σχέση με τα στερεά ορυκτά καύσιμα. Ιδανικό για κάλυψη φορτίων αιχμής, για βιομηχανική και οικιακή χρήση και όχι τόσο για ηλεκτροπαραγωγή και κυρίως, συνοδεύεται από υψηλό κίνδυνο εξάρτησης. Δεν θα αναφερθώ στην πρόσφατη διένεξη Ρωσίας-Ουκρανίας που «πάγωσε» την Ευρώπη, επειδή μου δόθηκε η δυνατότητα να επισκεφθώ τον «Ναό» της Gazprom και αποκόμισα προσωπική εμπειρία του τι σημαίνει να διαχειρίζεσαι την ενεργειακή επάρκεια 500 εκ. καταναλωτών.

Πυρηνική ενέργεια: Ως συντεταγμένη κοινωνία, εν έτη 2009, το αυτονόητο του διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας το συζητάμε ακόμη με ύφος «συνωμοτικό». Περιμένει λοιπόν κανείς να μιλήσουμε σοβαρά για την «τρισκατάρατη» ; Δυστυχώς, οι αγκυλώσεις στη Χώρα μας δεν είναι πάντοτε δεξιόστροφες.

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας: Δεν θα επιχειρηματολογήσω αναφορικά με τη δυνατότητα των ΑΠΕ στη Χώρα μας. Το αφήνω σ’ αυτούς, κυρίως πολιτικούς παράγοντες, που χρόνια τώρα ανέξοδα διατυμπανίζουν ως αναγκαία και ικανή συνθήκη για την αξιοποίηση των ΑΠΕ την ύπαρξη απλά, ηλιοφάνειας και αέρα. Κάτι ανάλογο με το syrtaki και τον mousakas για την περίπτωση της τουριστικής ανάπτυξης την δεκαετία του 1970.

Όχι λοιπόν στον λιθάνθρακα, όχι σε νέες «μαύρες» λιγνιτικές μονάδες στη Δ. Μακεδονία, καμία συζήτηση για πυρηνικούς σταθμούς και βεβαίως, μακριά από το «σπιτάκι» μας οι ανεμογεννήτριες. Το πώς θα αντιμετωπισθεί το κρίσιμο πρόβλημα του ενεργειακού μας εφοδιασμού, προφανώς είναι ένα θέμα που αφορά το απρόσωπο Κράτος και όχι βεβαίως εμάς.

Η αξιοποίηση του εγχώριου λιγνίτη σε καινοτόμα ενεργειακά συστήματα χαμηλών εκπομπών ρύπων και υψηλού βαθμού απόδοσης, είναι πράσινη ανάπτυξη

Η συνδυασμένη ενεργειακή αξιοποίηση εγχώριου λιγνίτη και τοπικών, ευκαιριακών, χαμηλού κόστους βιομαζικών καυσίμων, είναι ο ορισμός της πράσινης ανάπτυξης

Η συντονισμένη προσπάθεια αξιοποίησης του ελληνικού λιγνίτη σε συστήματα αεριοποίησης με δυνατότητα παραγωγής αερίου σύνθεσης αλλά και υδρογόνου μεσοπρόθεσμα, σαφώς και είναι πράσινη ανάπτυξη

Η αξιοποίηση ξηρού κονιοποιημένου λιγνίτη σε αποκεντρωμένα συστήματα συμπαραγωγής μικρής κλίμακας, είναι πράσινη ανάπτυξη

Η κεφαλαιοποίηση και εξωστρέφεια της συσσωρευμένης τεχνογνωσίας στον τομέα αξιοποίησης των στερεών ορυκτών καυσίμων αποτελεί σημαντικότατο συγκριτικό πλεονέκτημα στην κατεύθυνση της πράσινης ανάπτυξης

Η διαφοροποίηση και διεύρυνση του εθνικού ενεργειακού μίγματος, είναι στρατηγικό πρόκριμα για πράσινη ανάπτυξη. Τα ενεργειακά «αυγά» δεν μπαίνουν ποτέ σε ένα μόνον καλάθι.

Οι ενεργειακές πηγές δεν διέπονται από κώδικες της καθημερινής μας συμπεριφοράς. Δεν υπάρχουν «μαύρα» ή «βρώμικα» καύσιμα όπως άστοχα και κατά συρροή χαρακτηρίζονται ο λιγνίτης και ο λιθάνθρακας στη Χώρας μας. Υπάρχουν ορθολογικές ή ανορθόδοξες, σύγχρονες ή ξεπερασμένες τεχνολογίες αξιοποίησής των και πρωτίστως, τεχνολογικά ώριμες, οικονομικά αποδεκτές και εφοδιαστικά ασφαλείς εναλλακτικές επιλογές. Και βεβαίως, υπάρχουν χώρες οι οποίες επενδύουν σοβαρά στις τεχνολογικές και ερευνητικές προκλήσεις αιχμής αλλά και χώρες οι οποίες απλά, εδώ και πενήντα χρόνια, «παρακολουθούν τις εξελίξεις…».

Ευάγγελος Καρλόπουλος
Χημικός Μηχανικός, MSc
Πτολεμαΐδα, Νοέμβριος 2009

1 σχόλια

  • Ανώνυμος  
    10/11/09, 2:31 μ.μ.

    1. Το CO2 δεν είναι ρύπος, είναι το αέριο στο οποίο στηρίζεται η ζωή.
    2. Η ατμόσφαιρα μπορεί να περιέχει έως 10000 ppm CO2 έναντι των 360 ppm που έχει σήμερα.
    3. Ο λιθάνθρακας είναι η μόνη επιλογή για την Ελλάδα.
    4. Ο αποκλεισμός του λιθάνθρακα θα οδηγήσει στην ταχύτερη εξάντληση των κοιτασμάτων λιγνίτη της Πτολεμαϊδας και στην παράταση της λειτουργίας των παλαιών και ρυπογόνων μονάδων.
    5. Ευτυχώς που η Ελλάδα έχει θερμό κλίμα και δεν θα παγώσει όπως η Αγγλία μετά το 2015.
    6. Εάν μάλιστα μας αφήσουν να ολοκληρώσουμε κάποιες εκτροπές ποταμών θα είμαστε πολύ καλά σε σχέση με κάποιους άλλους.

Δημοσίευση σχολίου

Δημοσίευση σχολίου