Εξελίξεις σε 3 μέτωπα στη μάχη των λιγνιτών
Κρίσιμες αποφάσεις για την εξέλιξη του διαγωνισμού πώληση του 40% των λιγνιτών της ΔΕΗ αλλά και για το μέλλον της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να ληφθούν εντός του Φεβρουαρίου. Οι πρώτες αποφάσεις αφορούν τις εν εξελίξει διαβουλεύσεις με τους δανειστές για το νομοσχέδιο που θα καθορίσει τους όρους πώλησης των λιγνιτικών μονάδων και θα ψηφιστεί πιθανότατα τον Μάρτιο. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, τα προβλήματα και οι καθυστερήσεις στο άνοιγμα της αγοράς, δημιουργούν δεύτερες σκέψεις και επαναφέρουν στο προσκήνιο εναλλακτικά σενάρια, τα οποία επίσης αναμένεται να τεθούν επί τάπητος το αμέσως επόμενο διάστημα.
Υπενθυμίζεται ότι στη συμφωνία για την τρίτη αναθεώρηση του Μνημονίου, προβλέπεται ότι μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου θα πρέπει να υπάρξει ανασκόπηση της προόδου για το άνοιγμα της αγοράς με ανοιχτό το ενδεχόμενο να ληφθούν επιπλέον νέα δομικά μέτρα.
Μέτωπο 1- Άνοιγμα αγοράς: Οι καθυστερήσεις προκαλούν σκεπτικισμό
Εδώ, λοιπόν, εντοπίζεται και το πρώτο μέτωπο, καθώς έχουν ανακύψει δύο βασικά προβλήματα που ενδέχεται να λειτουργήσουν καταλυτικά ακόμη και για ανατροπές στα ισχύοντα χρονοδιαγράμματα: αφενός η αδυναμία των δημοπρασιών ΝΟΜΕ να οδηγήσουν σε μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στην αγορά προμήθειας και αφετέρου η απροθυμία Ελλήνων και Ευρωπαίων επενδυτών να συμμετάσχουν στους διαγωνισμούς για την πώληση των δύο λιγνιτικών συγκροτημάτων της Μελίτης και της Μεγαλόπολης.
Αν και ακόμη δεν μπορεί να προεξοφληθεί τίποτα, είναι σαφές ότι υπάρχει προβληματισμός για τα αποτελέσματα του market test στις Βρυξέλλες, ενώ την ίδια στιγμή το εγχείρημα δυσκολεύει ακόμη περισσότερο εξαιτίας της αυστηρότερης περιβαλλοντικής νομοθεσίας που προωθείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Υπό το πρίσμα αυτό οι εγχώριοι παίκτες (Elpedison, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ - Engie, Μυτιληναίος) κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους και αναμένουν τις εξελίξεις σε σχέση με το φημολογούμενο κινεζικό ενδιαφέρον στους διαγωνισμούς.
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, πάντως, θα είναι δύσκολο για τη ΔΕΗ να αντλήσει ικανοποιητικό τίμημα από την πώληση των τριών εργοστασίων, κάτι που θυμίζουμε αποτελεί και όρο για να προχωρήσει η διαδικασία. Σε περίπτωση αδιεξόδου, πάντως, πληροφορίες θέλουν να εξετάζονται εναλλακτικές λύσεις, πιθανόν και αλλαγή του μοντέλου για την απελευθέρωση της αγοράς, με αξιοποίηση άλλων εργαλείων, που είχαν προταθεί και στο παρελθόν. Μια τέτοια εξέλιξη πιθανόν να επαναφέρει στο προσκήνιο εναλλακτικές λύσεις και για τις υδροηλεκτρικές μονάδες.
Μέτωπο 2- Αμύνταιο: Στο ΥΠΕΝ η απόφαση για το μέλλον της μονάδας
Ένα δεύτερο μέτωπο που έχει ανοίξει αφορά στο μέλλον της μονάδας του Αμύνταιου, για την οποία έχουν υποβληθεί συνολικά τρεις διαφορετικές προτάσεις από εγχώριους και διεθνείς επιχειρηματικούς ομίλους. Η πρώτη δημόσια πρόταση υποβλήθηκε από τη Μυτιληναίος για την ανάληψη του κόστους αποκατάστασης των ζημιών και της περιβαλλοντικής αναβάθμισης ύψους 110 εκατ. ευρώ, με αντάλλαγμα την υπογραφή σύμβασης προμήθειας ρεύματος σε τιμή που θα συμφωνηθεί με τη ΔΕΗ. Η πρόταση που προβλέπει τη διατήρηση της μονάδας στον έλεγχο της ΔΕΗ, είναι ανοιχτή και για τη συμμετοχή άλλων βιομηχανικών καταναλωτών κατά το πρότυπο που ισχύει στη Γαλλία και των κονσόρτιουμ των βιομηχανικών καταναλωτών που έχουν υπογράψει σύμβαση με την EdF. Η δεύτερη πρόταση είχε υποβληθεί από τον Οκτώβριο από την εταιρεία ΤΕΡΝΑ, η οποία προτείνει την αποκατάσταση και αναβάθμιση του Αμύνταιου και την υπογραφή σύμβασης για πώληση της παραγόμενης ενέργειας σε συγκεκριμένη τιμή στην εταιρεία. Η συγκεκριμένη πρόταση έχει χαρακτηριστικά του λεγόμενου PPA (Power Purchase Agreement) που επίσης εφαρμόζεται σε άλλες αγορές μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών. Η τρίτη πρόταση προέρχεται από τον όμιλο Κοπελούζου και την κινεζική Shenhua για τη δημιουργία κοινοπραξίας που θα αναλάβει την αποκατάσταση της μονάδας, με τη μειοψηφική συμμετοχή της ΔΕΗ, η οποία θα αναλάμβανε τη λειτουργία του εργοστασίου στη χονδρεμπορική αγορά ως νέος παραγωγός. Το ποια από τις τρεις προτάσεις θα επιλεγεί τελικά απομένει να φανεί το αμέσως επόμενο διάστημα, με δεδομένο ότι πηγές του υπουργείου Ενέργειας αναφέρουν ότι το θέμα του Αμύνταιου πρέπει να λυθεί πριν από τον διαγωνισμό για την πώληση του 40% των λιγνιτών. Για τις οριστικές αποφάσεις θα ληφθούν υπόψη ζητήματα ανταγωνισμού, αλλά και οι ενεργειακές ανάγκες της βαριάς βιομηχανίας.
Μέτωπο 3- Το "φάντασμα" του 2019 απειλεί το μέλλον της ΔΕΗ
Το τρίτο μεγάλο μέτωπο αφορά την ίδια τη ΔΕΗ και στο στοίχημα των επόμενων μηνών να διασφαλιστούν όροι βιωσιμότητας για το κρίσιμο 2019, ένα έτος όπου οι κεφαλαιακές ανάγκες αλλά και οι ανάγκες για χρηματοδοτήσεις θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. ευρώ. Για παράδειγμα, η μονάδα του Αμύνταιου, θα πρέπει εκ των πραγμάτων και για πολιτικούς λόγους να παραμείνει σε λειτουργία, άρα η ΔΕΗ θα πρέπει να εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κεφάλαια για την αναβάθμισή της και την αποκατάσταση των ζημιών από την πρόσφατη κατολίσθηση. Σε ό,τι αφορά τον δανεισμό, μέσα στο 2018 θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν - αποπληρωθούν δάνεια ύψους 400 εκατ. ευρώ ενώ το 2019 οι λήξεις δανείων φτάνουν το 1,85 δισ. ευρώ: 350 εκατ. ευρώ είναι το υπόλοιπο του ομολόγου που λήγει τον Μάιο, 1,3 δισ. είναι το υπόλοιπο του κοινοπρακτικού ύψους 2,2 δισ. από ελληνικές τράπεζες ενώ 200 εκατ. ευρώ είναι δάνεια που λήγουν από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν και οι επιπλέον ανάγκες για πληρωμές όπως οι νέες χρεώσεις της αγοράς προμήθειας περί τα 150 έως 200 εκατ. ευρώ κλπ.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί και η επισήμανση του συμβούλου στρατηγικής της ΔΕΗ (McKinsey) όπως αυτή παρουσιάστηκε στο τελευταίο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, σύμφωνα με την οποία η σχέση EBITDA /χρέους καθίσταται μη βιώσιμη. Τα πράγματα θα δυσκολέψουν ιδιαίτερα ενόψει της υποχρέωσης για εκχώρηση μεριδίου 50% στην αγορά προμήθειας αλλά και για την πώληση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής, που έχει συμφωνηθεί στο Μνημόνιο.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι εξελίξεις γύρω από τη ΔΕΗ τους επόμενους μήνες, οι αποφάσεις αλλά και τα έσοδα που θα προκύψουν για την εταιρεία αποτελούν την τελευταία ευκαιρία για να παραμείνει όρθια η εταιρεία και να μπορέσει να ανταποκριθεί στις αυξημένες κεφαλαιακές και όχι μόνο απαιτήσεις του 2019.
Του Χάρη Φλουδόπουλου από το capital.gr
Δημοσίευση σχολίου