Τοπικιστικά και «αριστερά» μπαϊράκια εναντίον των ανεμογεννητριών
Σκέψεις του Λ. Τσικριτζή, Προέδρου Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης
Η προώθηση της αιολικής ενέργειας συχνά δημιουργεί αντιδράσεις (ειδικά στα νησιά), οι οποίες σχετίζονται με τις επιπτώσεις των ανεμογεννητριών στο φυσικό και δομημένο περιβάλλον και την αισθητική του τοπίου.
Κατανοητές οι ενστάσεις, οι οποίες δικαιολογούνται απόλυτα στην περίπτωση των μεγάλων εταιρειών, οι οποίες άνευ όρων και ορίων επιχειρούν να κατακυριεύσουν τα νησιά και να τα μεταβάλουν σε «αεροπλανοφόρα ανεμογεννητριών». Όμως από το σημείο αυτό μέχρι την παντελή απόρριψη των μικρών αιολικών πάρκων ή των πλωτών εγκαταστάσεων ή οποιασδήποτε ανεμογεννήτριας υπάρχει μεγάλη απόσταση. Έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα ολικής άρνησης που μεγαλοποιεί την παραμικρή επίπτωση και δημιουργεί μια αδιέξοδη κινδυνολογία σε βάρος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ).
Σε όσους λοιπόν πολίτες των νησιών (και άλλων τουριστικών περιοχών αντιδρούν) εκ προοιμίου στις ανεμογεννήτριες έχουμε να πούμε τα εξής: Σπανίως υπάρχουν στην τεχνολογία και στη ζωή ιδανικές λύσεις. Υπάρχουν καλύτερες και χειρότερες λύσεις. Στην Ελλάδα η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται κατά 60 % από λιγνιτικές θερμοηλεκτρικές μονάδες που είναι εγκατεστημένες κυρίως στο Ν. Κοζάνης, ενώ οι ΑΠΕ καλύπτουν μόλις το 6 %. Συμφωνούμε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δημιουργούν κάποιες παρενέργειες, αλλά πολύ μεγαλύτερες δημιουργούν οι ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα. Μόνο που όσοι έχουν μακριά από «την αυλή τους» τα ορυχεία και τις θερμοηλεκτρικές μονάδες δεν κατανοούν ή δεν αισθάνονται άμεσα τις βαριές επιπτώσεις τους στους τόπους παραγωγής, αλλά και σε όλο τον πλανήτη.
Πέραν του πόσο υποκειμενικά βλέπει το θέμα ο καθένας μας (Κοζανίτης ή νησιώτης), οι διεθνείς υποχρεώσεις της Ελλάδας επιβάλουν μέχρι το 2020 να καλύψουμε το 35 % της ηλεκτροπαραγωγής μας με ΑΠΕ, στόχος μάλλον άπιαστος και για τον πιο αισιόδοξο. (Ακόμη κι αν κυβερνήσει το … Αιολικό Κόμμα αποκλείεται να εγκαταστήσουμε 10.000 αιολικά MW). Μέχρι όμως να αποφασίσουμε που και πόσες ανεμογεννήτριες θα εγκατασταθούν, ένας νομός, ο Ν. Κοζάνης, θα «καίγεται» για να φωτιστούν οι υπόλοιποι.
Θα πρέπει να γνωρίζουν, λοιπόν, όσοι ενισχύουν τον αντι-αιολικό παροξυσμό ότι για κάθε αιολικό μεγαβάτ που ΔΕΝ εγκαθίσταται, κάποιοι άλλοι την πληρώνουν δίπλα μας αλλά και σε όλο τον πλανήτη. Είναι όλοι αυτοί που πλήττονται από τις κλιματικές αλλαγές, είναι τα εξαθλιωμένα θύματα του φαινόμενου του θερμοκηπίου που δημιουργήσαμε εμείς οι χορτασμένοι, είναι οι στρατιές των περιβαλλοντικών προσφύγων που ξεριζώνονται, γιατί ο «πολιτισμένος» κόσμος ακολούθησε ένα ενεργειακό μοντέλο που δημιούργησε το φαινόμενο του θερμοκηπίου και εξόντωσε τους φυσικούς πόρους του τρίτου κόσμου.
Είναι επίσης, για να έλθουμε στα καθ’ ημάς, και οι κάτοικοι του λεκανοπεδίου Κοζάνης – Πτολεμαΐδας, οι οποίοι 60 χρόνια υφίστανται τις οδυνηρές επιπτώσεις ενός χρεοκοπημένου ενεργειακού μοντέλου, που έχει κατατάξει το νομό Κοζάνης στους πιο βρώμικους της Ευρώπης και έχει μετατρέψει τους κατοίκους σε πολίτες Β’κατηγορίας.
Για του λόγου το αληθές αναφέρουμε :
ότι από το 1955 μέχρι σήμερα έχουν υπερδιπλασιαστεί οι καρκίνοι, ενώ τα ποσοστά θανάτων από εγκεφαλικά - καρδιακά έγιναν 20 φορές περισσότερα!
ότι οι σταθμοί της ΔΕΗ στον Αγ. Δημήτριο και στην Καρδιά από πλευράς εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατέχουν την 1η και 2η θέση των πιο ρυπογόνων βιομηχανιών σε όλη την Ευρώπη !
ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση φιγουράρουμε μαζί με τους Πορτογάλους στην 1η θέση των πιο βρώμικων ενεργειακά χωρών και έχουμε αυξήσει περισσότερο από κάθε άλλο τις εκπομπές του CO2 (27 % σε σχέση 1990)
ότι εκεί που αναπτύσσονται τα ορυχεία εξαφανίζονται τα υπόγεια νερά και τα παραγωγικά εδάφη, το κόστος της γεωργικής παραγωγής ανεβαίνει κατακόρυφα, ενώ πλήττεται καίρια και ο τουρισμός
Με άλλα λόγια, ο Ν. Κοζάνης θα συνεχίσει να θυσιάζεται και να αντιμετωπίζεται ως η «πρίζα» της χώρας, όσο καθυστερούν οι ΑΠΕ.
Ο ενεργειακός συγκεντρωτισμός δεν χωρά στον 21ον αιώνα
Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Η υπερσυγκέντρωση στην παραγωγή ρεύματος έχει πολλαπλές στρεβλώσεις και κοστίζει ακριβά: Πληρώνουμε πολλά:
για την κατασκευή δικτύων μεταφοράς από την Κοζάνη σε κάθε γωνία της χώρας
για την πόντιση υποβρυχίων καλωδίων προς τα νησιά
για τις απώλειες μεταφοράς ρεύματος που μπορεί να φτάνουν και το 10 %.
Και η επιβάρυνση κατανέμεται επί δικαίων και αδίκων. Δεν ξέρουμε τι θα έλεγαν οι κάτοικοι των νησιών, αν χρεώνονταν το κόστος της μεταφοράς του ρεύματος από την Κοζάνη, όπως π.χ. χρεώνονται το αυξημένο κόστος μεταφορικών της βενζίνης. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι οι Έλληνες φορολογούμενοι επιδοτούν την ακριβή (λόγω μεταφοράς) κιλοβατώρα των νησιών. Επιδοτούμε όλοι μας τις άγονες γραμμές (καλώς), αλλά όχι και το ηλεκτρικό ρεύμα, όταν τα νησιά διαθέτουν αστείρευτες και φτηνές πηγές παραγωγής του. Η τιμή της κιλοβατώρας δεν θα έπρεπε να είναι ενιαία για όλη την Ελλάδα. Αν ίσχυε αυτό, τότε θα βλέπαμε πόσο θα επιδίωκαν όλοι να αναπτύξουν τα τοπικά ενεργειακά δυναμικά (ήλιος, αέρας, βιομάζα, γεωθερμία) και να μην περιμένουν «το μάννα εξ ουρανού».
Μέχρι τώρα τα νησιά βασίζονταν σε εισαγόμενες πηγές ενέργειας και ελάχιστα νοιάζονταν για την ενεργειακή τους αυτάρκεια. Απλώς κάθε τόσο ζητούσαν περισσότερη ισχύ (όπως και νερό / πολεοδομικές παρεκκλίσεις, κλπ) για να εξυπηρετήσουν έναν ενεργοβόρο και αδηφάγο τουρισμό, που γιγαντώνονταν καθ΄ υπέρβαση της φέρουσας ικανότητας τους.
Τα νησιά όμως έχουν ένα τεράστιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό και πρέπει να συμβάλουν παράγοντας περισσότερο από όσο χρειάζονται, ώστε να εξάγουν και στην υπόλοιπη Ελλάδα, εφόσον βέβαια δεν υπάρχουν σοβαρές περιβαλλοντικές παρενέργειες. Δεν εννοούμε φυσικά να γίνουν «δάση ανεμογεννητριών», όπως θα ήθελαν ο «Μυτιληναίος», η «Iberdola» και η «Ρόκα», ούτε να γεμίσει το Αιγαίο από υπόγεια καλώδια. Δεν καταλαβαίνουμε όμως γιατί να μην στείλουν τα κοντινά νησιά (Σκύρος, Άνδρος, κλπ) ρεύμα στη Στερεά Ελλάδα και γιατί να μην εξάγει η Σάμος ρεύμα στην Τουρκία (αντισταθμίζοντας έτσι μέρος των εισαγωγών μας από άλλες γειτονικές χώρες).
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έχουμε την απαίτηση προκειμένου να προχωρήσουν οι ΑΠΕ να εξοντωθούν οι προστατευόμενες περιοχές ή να μαγαριστούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Δεν μπορεί όμως να διαμαρτύρεται η Σέριφος ή η Μύκονος και να αρνούνται τις ανεμογεννήτριες, επειδή θα έχουν μερικές επιπτώσεις στον τουρισμό ή επειδή θα υπάρξουν κάποιες παρενέργειες στην ορνιθοπανίδα. Στο κάτω – κάτω για κάθε πτηνό που τραυματίζεται από την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών, χιλιάδες άλλα πεθαίνουν όταν πετούν πάνω από μια περιοχή που παράγει 26.000.000 κ.μ θανατηφόρα καυσαέρια την ώρα (!), όπως η Κοζάνη.
Καλά θα ήταν ήταν να μπορούσαμε να τα αποφύγουμε και τα δύο. Όταν όμως είμαστε υποχρεωμένοι να διαλέξουμε, ας επιλέξουμε «το μη χείρον». Όχι μόνο για μας, αλλά και το .. γείτονα
Παραδοσιακές αγκυλώσεις από την παραδοσιακή Αριστερά
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι αντίπαλοι των ανεμογεννητριών βρίσκουν συμπαραστάτες ορισμένες δυνάμεις της Αριστεράς (κυρίως της κομμουνιστικής), αλλά και του .. ΛΑΟΣ, που υποθάλπουν τον τοπικισμό και υπεραμύνονται του δημόσιου χαρακτήρα της ενέργειας. Αυτό το τελευταίο είναι και το βασικό ατού για την απόρριψη των ιδιωτικών αιολικών, μικρών και μεγάλων, στάση που «επιδοτεί» από το παράθυρο τη διαιώνιση των ορυκτών καυσίμων. Ας δούμε λοιπόν πόσο αριστερή είναι αυτή η οπτική.
Ευχής έργο θα ήταν να είχαμε έναν παραγωγικό και αναπτυξιακό δημόσιο τομέα που θα επένδυε στο περιβάλλον και τα κέρδη θα καρπώνονταν όλη η κοινωνία. Ευχής έργο επίσης θα ήταν να έχουμε πολλούς μικρούς αυτοπαραγωγούς ενέργειας από ΑΠΕ αντί των τεράστιων αιολικών πάρκων. Όμως στην καλύτερη περίπτωση τα μικρά νοικοκυριά δεν μπορούν να καλύψουν πλήρως τους Ευρωπαϊκούς στόχους παραγωγής ΑΠΕ, χρειάζονται και τα μεγάλα αιολικά πάρκα τηρουμένων φυσικά των περιβαλλοντικών όρων εγκατάστασης και λειτουργίας.
Μέχρι να γίνουν όμως αυτά, δηλαδή παραγωγικός δημόσιος τομέας (απίθανο την επόμενη δεκαετία) η «λαϊκός καπιταλισμός» αυτοπαραγωγών, τι θα κάνουμε; Θα περιμένουμε πότε θα «δυναμώσει το λαϊκό κίνημα» και θα περάσει στην «επίθεση». Θα περιμένουμε να κάνει η ημι-δημόσια ΔΕΗ όσα δεν έκανε τα τελευταία 20 χρόνια; (Ήδη η ΔΕΗ, σε πείσμα των καιρών, έχει εξαγγείλει νέες ΛΙΓΝΙΤΙΚΕΣ μονάδες με την ευλογία της ΠΑΣΚΕ, ΠΑΜΕ και ΔΑΚΕ)
Ας δούμε λοιπόν πέρα από συνθήματα τι χάνουμε αν ακολουθήσουμε την «αριστερή» γραμμή ;
1. Θα χάσουμε την τρέχουσα ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και θα αναγκαστούμε μελλοντικά (όταν και αν αποφασίσουμε να κάνουμε δημόσιες ΑΠΕ) να τις πληρώσουμε από το ΠΔΕ, δηλαδή από τους φορολογούμενους. (Μάλιστα επειδή θα εμφανίσουμε μειωμένη απορρόφηση από τα κοινοτικά κονδύλια, δεν αποκλείεται η ίδια η Αριστερά να φωνάζει για .. ανικανότητα της Κυβέρνησης να απορροφήσει τα λεφτά που δικαιούμαστε από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό !)
2. Θα αυξηθούν τα πρόστιμα λόγω του CO2 που εκπέμπει η ΔΕΗ. (Υπολογίζονται μετά το 2013 σε 1,4 δις € / έτος με βάση στοιχεία της ίδιας της ΔΕΗ). Αυτό σημαίνει αύξηση της τιμής του ρεύματος κατά 26%, που θα την πληρώσουν καταναλωτές και επιχειρήσεις. Η δεύτερη «λύση» είναι να μετακυλιστεί η αύξηση αυτή στον κρατικό κορβανά, με κάποιο τρυκ «κρυφής επιδότησης» στην ..ημι – ιδιωτική ΔΕΗ. Σύμφωνα όμως με παλιότερη μελέτη του ΤΕΕ μια τέτοια - δυσβάστακτη για το κράτος – λύση θα σήμαινε μείωση των κρατικών επενδύσεων και ανάλογη μείωση της απασχόλησης 0,2 – 0,4 %, δηλαδή απώλεια μερικών χιλιάδων θέσεων εργασίας, σύντροφοι «εκφραστές της εργατιάς» .
3. Οι ΑΠΕ είναι επενδύσεις εντάσεως εργασίας και δημιουργούν περισσότερες θέσεις από αυτές των ορυκτών καυσίμων. Συνεπώς αν δεν επεκτείνουμε τις ΑΠΕ και απλώς κάνουμε αντικατάσταση των παλιών λιγνιτικών μονάδων με νέες, τότε μειώνουμε κι άλλο το σύνολο των θέσεων εργασίας στον τομέα της ενέργειας.
4. Καταβάλουμε επίσης τεράστια κονδύλια για να καλύψουμε το λεγόμενο «εξωτερικό κόστος» των ορυκτών καυσίμων, δηλαδή το κόστος των περιβαλλοντικών παρενεργειών. (Π.χ αυξημένο κόστος άντλησης και μεταφοράς των νερών λόγω καταστροφής των τοπικών πηγών, απώλεια εσόδων από καταστροφή παραγωγικής γης, κόστος ασφαλιστικών ταμείων λόγω πολλών περιβαλλοντικών ασθενειών). Το εξωτερικό κόστος για μεν τη λιγντική ηλεκτρική ενέργεια είναι μεγάλο (τουλάχιστον ίσο με το συμβατικό) και ανεβάζει το κόστος της λιγνιτικής κιλοβατώρας από 6 c€/KWh σε 12 c€/KWh περίπου. Για την αιολική κιλοβατώρα το εξωτερικό κόστος είναι μόλις 0,24 c€/KWh. Το κόστος αυτό, παρά τις διεθνείς τάσεις, η ΔΕΗ (και η Αριστερά) αρνειται πεισματικά να το αναγνωρίσει, γιατί θα καταρρεύσει αμέσως η θεωρία τους περί φτηνού λιγνίτη, καθώς και όλη η ιδεολογική σάλτσα που τον περιτυλίγει («εθνικό καύσιμο»). Όμως το κόστος αυτό σε πείσμα του λιγνιτικού λομπυ (τεχνικού και συνδικαλιστικού) υπάρχει. Μπορεί να μην το πληρώνει ο πολίτης ως καταναλωτής της ΔΕΗ, αλλά το πληρώνει ως φορολογούμενος για έργα αποκατάστασης εδαφών, αναπλήρωσης νερών που χάθηκαν, κλπ. Το πληρώνουν ιδιαίτερα οι κοινωνίες δίπλα στις καμινάδες, που χάνουν τους φυσικούς πόρους και την υγεία τους.
5. Καθυστερούμε σε τεχνολογική εξέλιξη. Η κατασκευή ανεμογεννητριών και φωτοβολταικών στοιχείων είναι πολύ πιο απλή τεχνολογία από ότι η εκείνη των ανθρακικών σταθμών. Η Ελλάδα θα μπορούσε να καθετοποιήσει την παραγωγή εξοπλισμού ΑΠΕ παράγοντας η ίδια ό,τι χρειάζεται αντί να το εισάγει. Οι Γερμανοί (με νομοσχέδιο των Πρασίνων) έκαναν αυτή την κίνηση στη χώρα τους και δημιούργησαν 220.000 πράσινες θέσεις εργασίας, τις οποίες «χωροθέτησαν» κατά προτεραιότητα στα ορυχεία που αποφάσισαν να κλείσουν. Εμείς αν περιμένουμε πότε θα κουνηθεί το Δημόσιο, θα συνεχίσουμε να εισάγουμε τον απαιτούμενο πράσινο ενεργειακό εξοπλισμό και να εξάγουμε πολύτιμο συνάλλαγμα και αντίστοιχες θέσεις εργασίας στη Γερμανία και αλλού. Θα συνεχίσουμε δηλαδή στο όνομα μιας παρωχημένης αριστερής συνθηματολογίας να δυσκολεύουμε τη ζωή του ελληνικού προλεταριάτου (επιστημονικού και εργατικού), για το οποίο κοπτόμαστε.
6. Και αν αυτά δεν πείθουν όσους συνεχίζουν να σκέπτονται με τον παραδοσιακό αριστερό τρόπο, υπάρχουν και τα επιχειρήματα μιας πραγματικά αριστερής Ηθικής και διεθνιστικής αλληλεγγύης. Όσο καθυστερούμε την ανάπτυξη των ΑΠΕ περιμένοντας το Δημόσιο να αναλάβει τις ευθύνες του, τόσο υπονομεύουμε το μέλλον των επόμενων γενιών που καλούνται να επωμιστούν και να πληρώσουν το βαρύ φορτίο των κλιματικών αλλαγών. Επίσης συντελούμε στην αύξηση των περιβαλλοντικών προσφύγων (200.000.000), οι οποίοι χάνουν τους φυσικούς πόρους και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, ακολουθώντας το δρόμο της λαθρομετανάστευσης (που επίσης τον φράζουμε). Που είναι η αλληλεγγύη της Αριστεράς στις επόμενες γενιές και στους φτωχούς λαούς ;
Είναι φανερό λοιπόν ότι η συνθηματολογία περί δημόσιου τομέα ενέργειας δεν αρκεί για να βαφτίσει μια πολιτική ως αριστερή. Άλλο η διακήρυξη αρχών και άλλο η πολιτική εξειδίκευση τους. Όσο η Αριστερά θα συνθηματολογεί για το «δημόσιο συμφέρον» και θα περιμένει ακίνητη την ιδανική λύση, τόσο θα αυξάνει τα ελλείμματα βιωσιμότητας της ελληνικής οικονομίας και του πλανήτη, μπλοκάροντας τις φρέσκες δυνάμεις του κινήματος αλλά και υπονομεύοντας τους όρους διαβίωσης της εργατικής τάξης του μέλλοντος.
Αν λοιπόν μια ιδιωτική επένδυση στον τομέα των ΑΠΕ δίνει ένα κέρδος στον ιδιώτη 30%, ενώ η μετάθεση της στο απώτατο μέλλον υπό τη σκέπη του Δημοσίου, κοστίζει στην κοινωνία 150 % (λογω ρύπανσης, προστίμων, εξωτερικού κόστους), τότε είναι πιο αριστερό να τη δεχτούμε ως ιδιωτική, παρά να την απορρίψουμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι υποστέλλεται ο κύριος αγώνας που είναι η μαζική ένταξη στο δίκτυο μικρών αυτοπαραγωγών ενέργειας.
Κι ακόμη πιο αριστερό είναι να δώσουμε τη μάχη στον τοπικό Δήμο να την αναλάβει ο ίδιος ή έστω με σύμπραξη. Οι περισσότεροι Δήμοι «για να γλυτώσουν από τη φασαρία» αρκούνται σε ένα 3 % που δίνει ως νόμιμη προμήθεια ο ιδιώτης. Η Οικολογική Κίνηση Κοζάνης κατάφερε και ανέτρεψε απόφαση του Δήμου Βελβεντού να παραχωρήσει την κατασκευή ενός μικρού ΥΗΣ σε ιδιώτη, την οποία τελικά ανέλαβε ο Δήμος.
Ήταν η καλύτερη λύση. Η χειρότερη δεν θα ήταν να κατασκευάσει τον ΥΗΣ ο ιδιώτης, αλλά να μην γίνονταν ποτέ ο ΥΗΣ περιμένοντας τον δημόσιο Μεσσία.
9/1/10, 7:05 μ.μ.
Λάζο, ξέρεις πως συμφωνώ και μάλιστα υποστηρίζω πως το external cost (εξωτερικο κόστος) είναι κάτι που πρέπει να φωνάζεται πιο συχνά προκειμένου να γίνει κατανοητό πως έχουμε ήδη φτάσει στο breaking point, δηλαδή στο σημείο που η, έστω, μερική στροφή στις ΑΠΕ κοστίζει λιγότερο από τη συνέχιση της ισχύουσας πολιτικής.