Ανάρτηση:
Mavromatidis Dimitrios
την
15 Οκτ 2015
Απάντηση στο άρθρο της εφημερίδας Καθημερινή με τίτλο «Άποψη: Η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει τα δωρεάν δικαιώματα εκπομπών», όπως δημοσιεύτηκε στις 04.10.2015 στην ηλεκτρονική και έντυπη έκδοση.
Λίγες μόλις εβδομάδες πριν από την κρίσιμη Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι, και ενώ επικρατεί διπλωματικός πυρετός για την επίτευξη μια παγκόσμιας δεσμευτικής συμφωνίας που θα περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη, στην Ελλάδα παρακολουθούμε μια συντονισμένη προσπάθεια του πρόεδρου της ΔΕΗ, μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της, πλέον και του Διευθυντή Στρατηγικής της με άρθρο στην εφημερίδα σας, προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Ο κ. Χατζημιχαήλ στο άρθρο του ισχυρίζεται εμφατικά ότι δικαιούμαστε δωρεάν δικαιώματα εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (
CO2) για την περίοδο 2021-2030 και οι Ευρωπαίοι πρέπει να μας τα δώσουν. Κάτι τέτοιο πολύ απλά δεν ισχύει. Κατ’αρχάς, η Ελλάδα δεν πληροί καν τις τυπικές προϋποθέσεις της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας. Σύμφωνα με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για να δικαιούται μια χώρα δωρεάν δικαιώματα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της το 2013 (και όχι το 2014 ή το 2012) πρέπει να βρίσκεται κάτω από το 60% του ευρωπαϊκού μέσου όρου τη στιγμή. Η Ελλάδα βρισκόταν στο 62% εκείνη τη χρονιά. Τα νέα αυτά κριτήρια που συμφωνήθηκαν από τους Ευρωπαίους ηγέτες στο
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Οκτωβρίου του 2014 για το κλιματικό και ενεργειακό πακέτο του 2030, επαναβεβαιώθηκαν πολύ πρόσφατα και από τον ίδιο τον Επίτροπο Ενέργειας Α
rias Cañete απαντώντας στη σχετική
ερώτηση του ευρωβουλευτή της ομάδας των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο,
Claude Turmes.
Ίσως όμως η μεγαλύτερη ανακρίβεια του Διευθυντή Στρατηγικής της ΔΕΗ είναι ο ισχυρισμός ότι το αίτημα για χορήγηση δωρεάν δικαιωμάτων στη ΔΕΗ είναι σύμφωνο με το πνεύμα της οδηγίας. Βασική επιδίωξη της εξαίρεσης του εν λόγω άρθρου (10γ) είναι η δραστική αλλαγή του μοντέλου ηλεκτροπαραγωγής στις χώρες που λαμβάνουν την εξαίρεση, από το κάρβουνο προς τις καθαρές τεχνολογίες. Διαφορετικά το άρθρο δεν θα ζητούσε δέσμευση των χωρών που λαμβάνουν τα δωρεάν δικαιώματα να προβούν σε επενδύσεις καθαρών τεχνολογιών, αξίας τουλάχιστον ίσης με αυτής των προσφερόμενων δικαιωμάτων.
Ο κ. Χατζημιχαήλ ισχυρίζεται επίσης ότι η χορήγηση δωρεάν δικαιωμάτων θα ωφελήσει γενικά την εθνική μας οικονομία. Τουναντίον. Η πιο άμεση και σοβαρή επίπτωση θα είναι η απώλεια δημοσίων εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων. Ό,τι θα δίνεται δωρεάν στις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ θα αφαιρείται αυτομάτως από τα δικαιώματα που δίνονται κάθε χρόνο στο ελληνικό κράτος για να τα δημοπρατήσει στο χρηματιστήριο ρύπων και να εισπράξει από τις πωλήσεις τους. Μετά τις πολύ πρόσφατες αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών, ειδικά για την Ελλάδα προβλέπεται ότι τα δημόσια έσοδα από τη δημοπράτηση των δικαιωμάτων εκπομπών θα ξεπεράσουν τα
6 δις ευρώ τη δεκαετία 2015-2025. Αν δοθεί η εξαίρεση που ζητά η ΔΕΗ, 40% αυτών των χρημάτων θα χαθούν από τα κρατικά ταμεία.
Η ΔΕΗ πρέπει επιτέλους να αντιληφθεί ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Ο ελληνικός λιγνίτης δεν είναι πλέον φθηνός. Οι χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που όλοι επιδιώκουμε διασφαλίζονται με την αποφασιστική στροφή στην αποκεντρωμένη παραγωγή ΑΠΕ και τα έξυπνα δίκτυα, στρατηγική που υιοθετούν πλέον πολλές εταιρίες ηλεκτροπαραγωγής στην Ευρώπη με προεξάρχουσα την E.On, τη μεγαλύτερη εταιρία της Γερμανίας.
Προφανής στόχος του αιτήματος της ΔΕΗ είναι να διατηρήσει τεχνητά διασωληνωμένη στη ζωή την πανάκριβη επένδυση της Πτολεμαΐδας 5. Στην ουσία, σύσσωμη η διοίκηση της ΔΕΗ παραδέχεται ότι χωρίς δωρεάν δικαιώματα, με καύσιμο τον φτωχότερο λιγνίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και με βάση τα νέα δεδομένα στη ευρωπαϊκή νομοθεσία και τη διεθνή ενεργειακή σκακιέρα, η μονάδα αυτή δεν θα είναι σε θέση να αντέξει στον ανταγωνισμό με άλλες τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής, ούτε καν κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν για τον νέο υπουργό και τη διοίκηση της ΔΕΗ είναι προφανή:
Τι θα γίνει αν, όπως όλα δείχνουν, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν δεχτεί να τροποποιήσει τις αποφάσεις της για χορήγηση δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών μόνο για την Ελλάδα; Τι θα συμβεί στα οικονομικά της ΔΕΗ και των Ελλήνων πολιτών αν η εταιρία επιμείνει σε μια επένδυση καταδικασμένη να εμφανίζει ζημιές, αν λειτουργήσει; Ποιον αλήθεια βαρύνει η απόφαση ενός λάθους που συνεχίζεται;
Ο Νίκος Μάντζαρης είναι Υπεύθυνος Ενεργειακής και Κλιματικής Πολιτικής του WWF Ελλάς
16/10/15, 9:54 π.μ.
Πολύ εμπεριστατωμένη απάντηση πάντως
21/10/15, 12:51 μ.μ.
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη, που είναι το μόνο εγχώριο καύσιμο που χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτό, είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια εφοδιασμού της αγοράς με ενέργεια τουλάχιστον για το ορατό μέλλον (επόμενα 10 χρόνια) σε τιμές, που να μπορούν να καταβάλουν οι ούτως ή άλλως επιβαρυμένοι από φόρους τέλη και πάσης φύσεως εισφορές καταναλωτές. Είναι προφανές ότι η WWF ενδιαφέρεται μόνο για το περιβάλλον, αδιαφορώντας για την κατάσταση της χώρας και των κατοίκων της, αλλιώς θα ανέφερε κάτι σχετικά. Δεν έχει κανένα νόημα να διασώσουμε το περιβάλλον, αν δε διασώσουμε και τους κατοίκους αυτού του πλανήτη. Άλλωστε το στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθείται παγκοσμίως οδηγεί στην καταστροφή του περιβάλλοντος του πλανήτη και σε συγκρούσεις μεταξύ λαών και κοινωνικών τάξεων, που έχουν πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις στο ανθρώπινο γένος ακόμη κι από τη ρύπανση από τις μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Πιστεύω ότι η WWF, αν πράγματι θέλει να συμβάλει στη δημιουργία ενός καλύτερου πλανήτη για το ανθρώπινο γένος, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν τη ζωή των πολιτών κάθε χώρας και όχι αποσπασματικά μόνο εκείνες που θεωρεί ότι ρυπαίνουν το περιβάλλον. Πχ. μπορεί θεωρητικά η μείωση της κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης, λόγω της αύξησης της τιμής του, να μειώνει τους ρύπους που παράγονται από την καύση του, αυξάνει όμως δυσανάλογα τους ρύπους από όλους τους άλλους τρόπους υποκατάστασής του, με αποτέλεσμα και τη μεγαλύτερη επιβάρυνση του περιβάλλοντος και την επιδείνωση της ζωής των πολιτών, ιδίως των οικονομικά ασθενέστερων. Κάθε δράση θα πρέπει να εξετάζεται, εκτός από το περιβαλλοντικό της "αποτύπωμα". και για τη συνολική επίδραση που έχει για τους πολίτες, τοπικά, αλλά και συνολικά.