Γιατί οι Γερμανοί έχουν επιφυλάξεις για το «Ήλιος»…
Ανάρτηση:
Mavromatidis Dimitrios
την
4 Απρ 2012
Από το energypress.gr...
Μπορεί το πρόγραμμα «Ήλιος» να έχει την αμέριστη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με το σκεπτικό ότι μπορεί να αποτελέσει έργο- πιλότο για παρόμοιες «λεωφόρους» εξαγωγής ενέργειας από τον Νότο προς το Βορρά και να καλύψει το έλλειμμά του σε ηλιακή ενέργεια, συναντά ωστόσο ισχυρές επιφυλάξεις από τη γερμανική πλευρά. Η τελευταία άλλωστε, ως υποψήφιος αποδέκτης του εξαγόμενου αυτού ρεύματος, έχει και τον τελευταίο λόγο.
Και το ερώτημα είναι γιατί ανησυχούν οι Γερμανοί ; Ακούγοντας χθες τον γερμανό υφυπουργό Περιβάλλοντος Γ. Μπέκερ που μίλησε στο συνέδριο του ΥΠΕΚΑ για τον «Ήλιο», αυτό που αποκόμισε κανείς, είναι ότι στο άμεσο μέλλον, και με τις παρούσες ταρίφες, δεν υπάρχει στη γερμανική ενεργειακή ατζέντα το ενδεχόμενο εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας από άλλη χώρα.
Τι δεν θέλει η γερμανική κυβέρνηση ;
Να μην επιβαρύνει κι άλλο το γερμανό φορολογούμενο, είναι η απάντηση, υποχρεώνοντάς τον να «επιδοτήσει» εκείνος τις εισαγωγές ακριβού ελληνικού ηλιακού ρεύματος. Ο φόβος έγκειται στο γεγονός ότι σήμερα η εγγυημένη «ταρίφα» (Feed In tariff) που εισπράττει ο παραγωγός ενέργειας από φωτοβολταικά σε στέγες στη Γερμανία είναι μόλις 13,5 λεπτά/ KWh, έναντι 29,5 λεπτά / KWh που εισπράττει ο παραγωγός στην Ελλάδα, δηλαδή 50% χαμηλότερα. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στην Ελλάδα, έτσι και στη Γερμανία, τη διαφορά ανάμεσα στην εκάστοτε χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού συστήματος (σήμερα γύρω στα 8 λεπτά/ KWh) και την εγγυημένη ταρίφα των 13,5 λεπτών, καλύπτονται από το γερμανικό σύστημα, δηλαδή από το γερμανό φορολογούμενο. Μιλάμε δηλαδή για μια διαφορά της τάξης των 5,5 λεπτών.
Τι αλλάζει στην περίπτωση του «Ήλιος» ; Αυτό που αλλάζει είναι ότι ακριβώς για να γίνει πιο ελκυστικό το project σε έναν επενδυτή, θα πρέπει να καθιερωθεί μια εγγυημένη ταρίφα υψηλότερη από τη σημερινή γερμανική, που σημαίνει ότι η «ψαλίδα» που θα κληθεί να καλύψει ο γερμανός φορολογούμενος θα μεγαλώσει. Συζητείται συγκεκριμένα να καθιερωθεί μια ειδική εγγυημένη ταρίφα, που θα είναι σε κάθε περίπτωση υψηλότερη από τη γερμανική, (π.χ. 15- 18 λεπτά/ KWh), αλλά σαφώς πολύ χαμηλότερη από την τρέχουσα ελληνική. Και το ερώτημα, που απασχολεί τους Γερμανούς, είναι ποιος θα επιδοτήσει σε μια τέτοια περίπτωση τη διαφορά ανάμεσα στη χονδρεμπορική τιμή του γερμανικού συστήματος και την ειδική αυτή εγγυημένη τιμή ; Επουδενί ο γερμανός φορολογούμενος, όπως είπε με σαφήνεια χθες ο γερμανός υπουργός Περιβάλλοντος.
Παπακωσταντίνου
Τη σημασία του θέματος και τις γερμανικές επιφυλάξεις αναγνωρίζουν τόσο ο κ. Παπακωσταντίνου, όσο και η Κομισιόν. «Το ποιος θα αγοράσει και ποιος θα πληρώσει είναι ερωτήματα πάνω στα οποία δουλεύουμε, σε πολύ στενή συνεργασία με την ΕΕ.», είπε ο υπουργός. Μιλώντας σε δημοσιογράφους, ανέφερε ότι λόγω ακριβώς των γερμανικών «ενστάσεων», υπάρχει σε εξέλιξη συζήτηση με την Ε.Ε. ώστε να «επιδοτεί» εκείνη τη διαφορά ανάμεσα στη τρέχουσα χονδρεμπορική τιμή και την εγγυημένη τιμή πώλησης φωτοβολταικών στη Γερμανία. Βέβαια, ούτε οι συζητήσεις με την Ε.Ε. έχουν ολοκληρωθεί, ούτε η συγκεκριμένη φόρμουλα κάλυψης της διαφοράς έχει ακόμη βρεθεί, γι’ αυτό και με κάθε ευκαιρία, όλες οι πλευρές τονίζουν, ότι το project έχει ακόμη πολλή δουλειά μπροστά του.
Θέλουν να πουλήσουν τεχνογνωσία
Μπροστά σε αυτά τα προβλήματα, δεν είναι τυχαίο που ο γερμανός υφυπουργός Περιβάλλοντος στάθηκε χθες στη δυνατότητα παροχής βοήθειας από τη Γερμανία προς την Ελλάδα μέσω άλλων οδών. «Η όποια χρηματοοικονομική βοήθεια της Γερμανίας προς την Ελλάδα, πρέπει να έρθει από άλλες πηγές», είπε χαρακτηριστικά ο γερμανός αξιωματούχος. Εννοούσε προφανώς τη μεταφορά τεχνογνωσίας για το ξεπέρασμα των γνωστών προβλημάτων στην ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα (γραφειοκρατία, αδειοδοτήσεις, κλπ).
Και η άποψη της γερμανικής βιομηχανίας
Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι και η γερμανική βιομηχανία έχει την ίδια άποψη για το «Ηλιος» με τη γερμανική κυβέρνηση. Στη Γερμανία, η μία μετά την άλλη κατασκευάστριες εταιρείες φωτοβολταικών πάνελ και εξοπλισμού, είτε κλείνουν, είτε αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα, τόσο λόγω του κινεζικού ανταγωνισμού όσο και λόγω μιας λογικής μείωσης γενικότερα της ζήτησης. Άλλωστε το εγκατεστημένο δυναμικό στη χώρα ανέρχεται πλέον στα 25 GW (έναντι 0,65 GW της Ελλάδας), ενώ μόνο πέρυσι εγκαταστάθηκαν 7,5 καινούργια GW. Αναζητούν λοιπόν οι γερμανικές βιομηχανίες διεξόδους για την διάθεση της παραγωγής τους, και το μεγαλόπνοο «Ήλιος» θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή ευκαιρία. Δεν είναι τυχαία τα λόγια χθες στο Μέγαρο Μουσικής του επικεφαλής της γερμανικής εταιρείας φωτοβολταικών συστημάτων Pairan, Ντίτερ Σμίτ.
«Παρακολούθησα»- είπε- «με πολύ μεγάλη προσοχή τις ομιλίες του έλληνα υπουργού Περιβάλλοντος, του Ευρωπαίου Επιτρόπου για την Ενέργεια και του Γερμανού υφυπουργού περιβάλλοντος για το πρόγραμμα Ήλιος και δεν έγινα σοφότερος. Έμαθα μονάχα ένα πράγμα δια στόματος του Γερμανού υφυπουργού: ότι πρακτικά το ενδεχόμενο εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη Γερμανία από οποιαδήποτε ξένη χώρα δεν υπάρχει πουθενά στη γερμανική ενεργειακή ατζέντα μέχρι το 2020, ώστε να μην επιβαρυνθεί ο Γερμανός φορολογούμενος. Από τους υπόλοιπους παριστάμενους άκουσα ξανά τα ίδια ευχολόγια και τις ίδιες οραματικές τοποθετήσεις, ωστόσο, τίποτε δεν ειπώθηκε επί της ουσίας. Κινούμαστε με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς σε μια αγορά φωτοβολταϊκών που είναι έτοιμη εδώ και καιρό να προσφέρει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αξιοποιώντας τον ήλιο και δημιουργώντας θέσεις εργασίας. Όμως, είμαστε κολλημένοι ακόμη στην αφετηρία ενός μεγαλεπήβολου, αλλά ασαφούς σχεδίου. Μήπως πρέπει να εστιάσουμε όλη την προσοχή μας σε χειροπιαστά project άμεσης απόδοσης για την Ελλάδα, τους Έλληνες και την ελληνική οικονομία; Εμείς ως εταιρεία είμαστε έτοιμοι να συμβάλλουμε θετικά προς μια τέτοια κατεύθυνση.»
Μπορεί το πρόγραμμα «Ήλιος» να έχει την αμέριστη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με το σκεπτικό ότι μπορεί να αποτελέσει έργο- πιλότο για παρόμοιες «λεωφόρους» εξαγωγής ενέργειας από τον Νότο προς το Βορρά και να καλύψει το έλλειμμά του σε ηλιακή ενέργεια, συναντά ωστόσο ισχυρές επιφυλάξεις από τη γερμανική πλευρά. Η τελευταία άλλωστε, ως υποψήφιος αποδέκτης του εξαγόμενου αυτού ρεύματος, έχει και τον τελευταίο λόγο.
Και το ερώτημα είναι γιατί ανησυχούν οι Γερμανοί ; Ακούγοντας χθες τον γερμανό υφυπουργό Περιβάλλοντος Γ. Μπέκερ που μίλησε στο συνέδριο του ΥΠΕΚΑ για τον «Ήλιο», αυτό που αποκόμισε κανείς, είναι ότι στο άμεσο μέλλον, και με τις παρούσες ταρίφες, δεν υπάρχει στη γερμανική ενεργειακή ατζέντα το ενδεχόμενο εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας από άλλη χώρα.
Τι δεν θέλει η γερμανική κυβέρνηση ;
Να μην επιβαρύνει κι άλλο το γερμανό φορολογούμενο, είναι η απάντηση, υποχρεώνοντάς τον να «επιδοτήσει» εκείνος τις εισαγωγές ακριβού ελληνικού ηλιακού ρεύματος. Ο φόβος έγκειται στο γεγονός ότι σήμερα η εγγυημένη «ταρίφα» (Feed In tariff) που εισπράττει ο παραγωγός ενέργειας από φωτοβολταικά σε στέγες στη Γερμανία είναι μόλις 13,5 λεπτά/ KWh, έναντι 29,5 λεπτά / KWh που εισπράττει ο παραγωγός στην Ελλάδα, δηλαδή 50% χαμηλότερα. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στην Ελλάδα, έτσι και στη Γερμανία, τη διαφορά ανάμεσα στην εκάστοτε χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού συστήματος (σήμερα γύρω στα 8 λεπτά/ KWh) και την εγγυημένη ταρίφα των 13,5 λεπτών, καλύπτονται από το γερμανικό σύστημα, δηλαδή από το γερμανό φορολογούμενο. Μιλάμε δηλαδή για μια διαφορά της τάξης των 5,5 λεπτών.
Τι αλλάζει στην περίπτωση του «Ήλιος» ; Αυτό που αλλάζει είναι ότι ακριβώς για να γίνει πιο ελκυστικό το project σε έναν επενδυτή, θα πρέπει να καθιερωθεί μια εγγυημένη ταρίφα υψηλότερη από τη σημερινή γερμανική, που σημαίνει ότι η «ψαλίδα» που θα κληθεί να καλύψει ο γερμανός φορολογούμενος θα μεγαλώσει. Συζητείται συγκεκριμένα να καθιερωθεί μια ειδική εγγυημένη ταρίφα, που θα είναι σε κάθε περίπτωση υψηλότερη από τη γερμανική, (π.χ. 15- 18 λεπτά/ KWh), αλλά σαφώς πολύ χαμηλότερη από την τρέχουσα ελληνική. Και το ερώτημα, που απασχολεί τους Γερμανούς, είναι ποιος θα επιδοτήσει σε μια τέτοια περίπτωση τη διαφορά ανάμεσα στη χονδρεμπορική τιμή του γερμανικού συστήματος και την ειδική αυτή εγγυημένη τιμή ; Επουδενί ο γερμανός φορολογούμενος, όπως είπε με σαφήνεια χθες ο γερμανός υπουργός Περιβάλλοντος.
Παπακωσταντίνου
Τη σημασία του θέματος και τις γερμανικές επιφυλάξεις αναγνωρίζουν τόσο ο κ. Παπακωσταντίνου, όσο και η Κομισιόν. «Το ποιος θα αγοράσει και ποιος θα πληρώσει είναι ερωτήματα πάνω στα οποία δουλεύουμε, σε πολύ στενή συνεργασία με την ΕΕ.», είπε ο υπουργός. Μιλώντας σε δημοσιογράφους, ανέφερε ότι λόγω ακριβώς των γερμανικών «ενστάσεων», υπάρχει σε εξέλιξη συζήτηση με την Ε.Ε. ώστε να «επιδοτεί» εκείνη τη διαφορά ανάμεσα στη τρέχουσα χονδρεμπορική τιμή και την εγγυημένη τιμή πώλησης φωτοβολταικών στη Γερμανία. Βέβαια, ούτε οι συζητήσεις με την Ε.Ε. έχουν ολοκληρωθεί, ούτε η συγκεκριμένη φόρμουλα κάλυψης της διαφοράς έχει ακόμη βρεθεί, γι’ αυτό και με κάθε ευκαιρία, όλες οι πλευρές τονίζουν, ότι το project έχει ακόμη πολλή δουλειά μπροστά του.
Θέλουν να πουλήσουν τεχνογνωσία
Μπροστά σε αυτά τα προβλήματα, δεν είναι τυχαίο που ο γερμανός υφυπουργός Περιβάλλοντος στάθηκε χθες στη δυνατότητα παροχής βοήθειας από τη Γερμανία προς την Ελλάδα μέσω άλλων οδών. «Η όποια χρηματοοικονομική βοήθεια της Γερμανίας προς την Ελλάδα, πρέπει να έρθει από άλλες πηγές», είπε χαρακτηριστικά ο γερμανός αξιωματούχος. Εννοούσε προφανώς τη μεταφορά τεχνογνωσίας για το ξεπέρασμα των γνωστών προβλημάτων στην ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα (γραφειοκρατία, αδειοδοτήσεις, κλπ).
Και η άποψη της γερμανικής βιομηχανίας
Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι και η γερμανική βιομηχανία έχει την ίδια άποψη για το «Ηλιος» με τη γερμανική κυβέρνηση. Στη Γερμανία, η μία μετά την άλλη κατασκευάστριες εταιρείες φωτοβολταικών πάνελ και εξοπλισμού, είτε κλείνουν, είτε αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα, τόσο λόγω του κινεζικού ανταγωνισμού όσο και λόγω μιας λογικής μείωσης γενικότερα της ζήτησης. Άλλωστε το εγκατεστημένο δυναμικό στη χώρα ανέρχεται πλέον στα 25 GW (έναντι 0,65 GW της Ελλάδας), ενώ μόνο πέρυσι εγκαταστάθηκαν 7,5 καινούργια GW. Αναζητούν λοιπόν οι γερμανικές βιομηχανίες διεξόδους για την διάθεση της παραγωγής τους, και το μεγαλόπνοο «Ήλιος» θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή ευκαιρία. Δεν είναι τυχαία τα λόγια χθες στο Μέγαρο Μουσικής του επικεφαλής της γερμανικής εταιρείας φωτοβολταικών συστημάτων Pairan, Ντίτερ Σμίτ.
«Παρακολούθησα»- είπε- «με πολύ μεγάλη προσοχή τις ομιλίες του έλληνα υπουργού Περιβάλλοντος, του Ευρωπαίου Επιτρόπου για την Ενέργεια και του Γερμανού υφυπουργού περιβάλλοντος για το πρόγραμμα Ήλιος και δεν έγινα σοφότερος. Έμαθα μονάχα ένα πράγμα δια στόματος του Γερμανού υφυπουργού: ότι πρακτικά το ενδεχόμενο εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη Γερμανία από οποιαδήποτε ξένη χώρα δεν υπάρχει πουθενά στη γερμανική ενεργειακή ατζέντα μέχρι το 2020, ώστε να μην επιβαρυνθεί ο Γερμανός φορολογούμενος. Από τους υπόλοιπους παριστάμενους άκουσα ξανά τα ίδια ευχολόγια και τις ίδιες οραματικές τοποθετήσεις, ωστόσο, τίποτε δεν ειπώθηκε επί της ουσίας. Κινούμαστε με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς σε μια αγορά φωτοβολταϊκών που είναι έτοιμη εδώ και καιρό να προσφέρει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αξιοποιώντας τον ήλιο και δημιουργώντας θέσεις εργασίας. Όμως, είμαστε κολλημένοι ακόμη στην αφετηρία ενός μεγαλεπήβολου, αλλά ασαφούς σχεδίου. Μήπως πρέπει να εστιάσουμε όλη την προσοχή μας σε χειροπιαστά project άμεσης απόδοσης για την Ελλάδα, τους Έλληνες και την ελληνική οικονομία; Εμείς ως εταιρεία είμαστε έτοιμοι να συμβάλλουμε θετικά προς μια τέτοια κατεύθυνση.»
Δημοσίευση σχολίου