.

Ορθές πρακτικές βιώσιμης συνεργασίας λιγνιτικής βιομηχανίας και τοπικής κοινωνίας

1. Εισαγωγή

Σε παγκόσμιο επίπεδο, περισσότερες από 50 χώρες παράγουν στερεά ορυκτά καύσιμα με τη μορφή λιθάνθρακα, λιγνίτη ή τύρφης. Στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η βιομηχανία των στερεών καυσίμων απασχολεί σχεδόν 280.000 εργαζόμενους, η οικονομική αξία της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας ξεπερνά τα 30 δις ευρώ ετησίως, ενώ παγκοσμίως, περίπου 7 εκατομμύρια εργαζόμενοι απασχολούνται άμεσα σε επιφανειακά ή υπόγεια ορυχεία [1].
Στο σχήμα 1 δίνονται εποπτικά τα ποσοτικά δεδομένα που αφορούν την εκμετάλλευση στερεών ορυκτών καυσίμων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Σχήμα 1: Βιομηχανία ορυκτών στερεών καυσίμων στην Ευρώπη (πηγή: Euracoal)

Είναι προφανές ότι το σύνολο σχεδόν των χωρών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης και κυρίως η Γερμανία, Πολωνία, Τσεχία Ελλάδα και Τουρκία, είναι σημαντικά εξαρτημένες από τα στερεά ορυκτά καύσιμα.
Ενώ η ποιότητα των στερεών καυσίμων καθώς βεβαίως και οι τεχνολογίες εξόρυξης διαφέρουν κατά τόπους, οι βιομηχανίες των στερεών καυσίμων διαμορφώνουν το ίδιο καταλυτικά την περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική ταυτότητα σε τοπικό αλλά και περιφερειακό επίπεδο. Μέχρι τις αρχές του 1970, οι προσπάθειες των βιομηχανιών άνθρακα αποσκοπούσαν κυρίως στην προσέλκυση εργατικού δυναμικού στην πραγματικά δύσκολη και απαιτητική διαδικασία της εξόρυξης. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μεταξύ 1958 και 2002, η επιπλέον οικονομική υποστήριξη (bonus ανθρακωρύχων) που δόθηκε στους γερμανούς εργαζόμενους στα ορυχεία, ξεπέρασε τα 5,5 δις ευρώ [2]. Μετά το 1970, οι συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις για περιβαλλοντική προστασία οδήγησαν τις τοπικές κοινωνίες να διεκδικήσουν ειδικούς αναπτυξιακούς πόρους από τις βιομηχανίες άνθρακα. Οι όροι «βιώσιμη ανάπτυξη» και «εξαντλούμενοι ενεργειακοί πόροι» μπήκαν στο καθημερινό λεξιλόγιο και οι τοπικές κοινωνίες εμφανίστηκαν διεκδικητικές απέναντι στις βιομηχανίες άνθρακα. Το θέμα δεν αφορούσε πλέον μόνον στους εργαζόμενους στις ανά τον κόσμο «ΔΕΗ» αλλά στο σύνολο των τοπικών κοινωνιών.

2. Προκλήσεις συμβίωσης τοπικής κοινωνίας και βιομηχανιών άνθρακα

Για τους κατοίκους του ενεργειακού λεκανοπεδίου της Δ. Μακεδονίας, είναι γνωστό με βιωματικό τρόπο, ότι η παραγωγική αλυσίδα της εξόρυξης, διαχείρισης και καύσης του λιγνίτη, επιδρά αρνητικά στο φυσικό περιβάλλον και διαμορφώνει το οικονομικό και κοινωνικό profile ολόκληρης της περιφέρειας. Η περιβαλλοντική πίεση είναι τεράστια, προφανής και πολύπλοκη, έχει αναλυθεί κατά κόρον και κατά συνέπεια, στη συγκεκριμένη εισήγηση, θα επιμείνουμε κυρίως στις οικονομικές και αναπτυξιακές αλληλοεπιδράσεις μεταξύ λιγνιτικών βιομηχανιών και τοπικής κοινωνίας.

2.1 Οικονομική διάσταση

Η λειτουργία των λιγνιτικών βιομηχανιών συνδέεται με άμεσες, έμμεσες και δευτερογενείς οικονομικές επιδράσεις προς την τοπική κοινωνία, όπως ενδεικτικά παρουσιάζεται στο σχήμα 2. Πέραν των μισθών που καταβάλει η λιγνιτική βιομηχανία στους εργαζόμενους, σημαντική οικονομική επίδραση πυροδοτούν οι κάθε είδους λειτουργικές ανάγκες, προμήθειες και υπηρεσίες που καλύπτονται από τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες της ευρύτερης περιοχής. Εκτός βεβαίως της άμεσης οικονομικής επίδρασης, η λιγνιτική βιομηχανία προσφέρει σημαντικά σε υποδομές και τεχνογνωσία τα οποία σαφώς και αποτελούν μετρήσιμους οικονομικούς παράγοντες. Ο βαθμός κεφαλαιοποίησης και διεύρυνσης της συγκριμένης επίδρασης είναι διαχρονικά ζητούμενο από την πλευρά της τοπικής κοινωνίας.

Σχήμα 2: Οικονομική επίδραση της λιγνιτικής βιομηχανίας στην τοπική και περιφερειακή οικονομία

Σε πολλές ευρωπαϊκός χώρες, η συνολική οικονομική επίδραση έχει μοντελοποιηθεί προκειμένου οι τοπικές κοινωνίες να διαθέτουν τα απαραίτητα δεδομένα βιώσιμης συνεργασίας με τις λιγνιτικές βιομηχανίες αλλά και να έχουν τη δυνατότητα να εκτιμήσουν εκ των προτέρων τις οικονομικές επιπτώσεις, για παράδειγμα, της διάνοιξης ενός καινούργιου ορυχείου, κατασκευής καινούργιας μονάδας ή στροφής σε εναλλακτικά ενεργειακά συστήματα (πχ. ΑΠΕ, μονάδες φυσικού αερίου).
Στην ευρύτερη περιοχή του Lausitz στη Γερμανία, απασχολούνται στη λιγνιτική βιομηχανία 10.182 εργαζόμενοι οι οποίοι αμείβονται ετησίως με το ποσό των 482,4 εκατομμυρίων ευρώ (δεδομένα 2004). Με τη βοήθεια οικονομετρικών μοντέλων, οι τοπικές αρχές υπολόγισαν ότι για κάθε 1 ευρώ που πληρώνει ως μισθό η λιγνιτική βιομηχανία, δημιουργούνται επιπλέον 0,55 λεπτά σε άλλους οικονομικούς και παραγωγικούς κλάδους της περιοχής. Κατά συνέπεια, οι 10.182 εργαζόμενοι στη βιομηχανία λιγνίτη, στηρίζουν 2.775 επιπλέον βιώσιμες θέσεις εργασίας σε τοπικό επίπεδο [3]. Με την πρακτική αυτή μπορούν άμεσα και αποτελεσματικά να παρεμβαίνουν διορθωτικά με προγράμματα επιμόρφωσης και τεχνικής εξειδίκευσης, να στηρίζουν επιχειρήσεις οι οποίες πολλαπλασιάζουν και διευρύνουν δορυφορικά την οικονομική αλληλεπίδραση με την λιγνιτική βιομηχανία αλλά κυρίως, γνωρίζουν εκ των προτέρων πόσο ευάλωτη είναι η τοπική αγορά στις εκάστοτε στρατηγικές επιλογές της περιφερειακής βιομηχανίας εξόρυξης και καύσης του λιγνίτη. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους τοπικούς θεσμικούς φορείς να παρεμβαίνουν άμεσα, έγκαιρα τεκμηριωμένα και αποτελεσματικά, ακολουθώντας του στοιχειώδεις κανόνες του δημόσιου management.


Δυστυχώς για την περιοχή μας, δεν έχουν γίνει παρόμοιες μελέτες ώστε να γνωρίζουμε με σαφήνεια όχι μόνον τα πολλαπλασιαστικά οικονομικά οφέλη, αλλά κυρίως τους επιχειρηματικούς κλάδους οι οποίοι θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν βιώσιμα, γύρω και παράλληλα με τις δραστηριότητες της ΔΕΗ ΑΕ. Δεν είναι τυχαίο ότι το έτος 2008, μόνον το 11,5% των μη κεντρικών δαπανών και προμηθειών του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας (ΛΚΔΜ) καλύφθηκαν από την αγορά του ν. Κοζάνης [4]. Διαχρονικά, αδυνατούμε να κεφαλαιοποιήσουμε τις αναπτυξιακές δυνατότητας που προσφέρει η λιγνιτική βιομηχανία της περιοχής μας και παραμένουμε άκαμπτα προσηλωμένοι στην απαίτηση για ένταση εργασίας αποκλειστικά «εντός» ΔΕΗ ΑΕ. Οι πρόσφατες εξελίξεις στις προσλήψεις της ΔΕΗ ΑΕ, αναδεικνύουν περίτρανα το ευάλωτο της πρακτικής αυτής.

2.2 Κοινωνική διάσταση

Η Αυστραλία είναι μια χώρα με τεράστια παραγωγή άνθρακα. Το 2004, το Κέντρο Κοινωνικής Ευθύνης Ορυχείων του Πανεπιστήμιου του Queensland, εκπόνησε μελέτη με στόχο την επικαιροποιημένη αποτύπωση των κοινωνικών επιπτώσεων της βιομηχανίας άνθρακα στην περιοχή του Hunder Valley. Μεταξύ άλλων, τέθηκαν συγκριμένες ερωτήσεις και οι ερωτώμενοι πολίτες ιεράρχησαν τις επιπτώσεις της δικιάς τους «ΔΕΗ». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η πλειονότητα των πολιτών επισήμανε ως κυρίαρχη επίδραση της τοπικής βιομηχανίας άνθρακα την αναπτυξιακά ευάλωτη, μονοδιάστατη εξάρτηση από τον άνθρακα καθώς και την διαφοροποίηση των οικογενειών σε εργαζόμενους και μη στην βιομηχανία άνθρακα [5]. Με άλλα λόγια, οι εργαζόμενοι στην «ΔΕΗ» της Αυστραλίας είναι και αυτοί περιζήτητοι γαμπροί! Είναι προφανές λοιπόν ότι η εξορυκτική βιομηχανία επιδρά το ίδιο καταλυτικά σε κάθε γωνιά του πλανήτη και η επίδρασή της μπορεί να αποτυπωθεί ως ακολούθως.


Στην πρώτη φάση, το συγκριτικό πλεονέκτημα κυριαρχεί σε βάρος των υπόλοιπων τοπικών χαρακτηριστικών τα οποία συρρικνώνονται η εξαλείφονται. Διαμορφώνεται μια ιδιάζουσα τοπική αγορά εργασίας [6 ].



Περιορίζονται σημαντικά παραδοσιακές επαγγελματικές δραστηριότητες. Αγρότες χωρίς παράλληλη εκπαίδευση, μετατρέπονται σε ανειδίκευτους εργάτες. Διαμορφώνονται συνθήκες υψηλού βιοτικού επιπέδου. Η αναπτυξιακή εξειδίκευση εδραιώνεται.
Στη δεύτερη φάση, εξωτερικοί αλλά και εσωτερικοί παράγοντες, αλλοιώνουν τα χαρακτηριστικά του συγκριτικού τοπικού πλεονεκτήματος. Η χρόνια εξειδίκευση χωρίς εναλλακτικούς διεξόδους, δημιουργεί ασφυκτικό πλαίσιο στην αναπτυξιακή πορεία της ευρύτερης περιοχής.



Περιβαλλοντικοί φόροι όπως για παράδειγμα οι δεσμεύσεις του Πρωτόκολλου του Κιότο, η ανάδυση νέων εναλλακτικών τεχνολογικών επιλογών (φυσικό αέριο, ΑΠΕ), η εξάντληση εξορυκτικά εύκολων κοιτασμάτων καθώς και η εμπέδωση κλίματος καχυποψίας μεταξύ λιγνιτικής βιομηχανίας και τοπικής κοινωνίας, αλλοιώνουν σταδιακά και σταθερά το τοπικό συγκριτικό πλεονέκτημα. Η αγορά εργασίας εμφανίζεται τρομερά ευάλωτη στις επιλογές της λιγνιτικής βιομηχανίας, η έλλειψη καινοτομίας και το μακροχρόνιο περιβάλλον χαμηλής ανταγωνιστικότητας εντείνουν το πρόβλημα. Η ΓΝΩΣΗ και η ΤΕΧΓΝΩΓΝΩΣΙΑ δεν αποτέλεσαν μοχλό ανάπτυξης της ευρύτερης χωρικής ενότητας και αξιολογήθηκαν, εκ του αποτελέσματος, ως μηδενικοί συντελεστές ανάπτυξης. Οι συνθήκες αναπτυξιακής παθογένειας γίνονται ορατές. Το αναπτυξιακό έγκλημα έχει πλέον ολοκληρωθεί.

3. Παραδείγματα βιώσιμης συνύπαρξης λιγνιτικής βιομηχανίας και τοπικής κοινωνίας

Η προσπάθεια αποτελεσματικής συμβίωσης των βιομηχανιών στερεών καυσίμων και των περιοχών στις οποίες αναπτύσσεται η δράσης τους, στοχεύει στην άμβλυνση των περιβαλλοντικών πιέσεων, στη διαφοροποίηση και μεγέθυνση των οικονομικών αλληλοεπιδράσεων και τέλος, στην ανάπτυξη εκείνων των προϋποθέσεων οι οποίες θα διασφαλίσουν ομαλή και ήπια μετάβαση στην «μεταλιγνιτική» εποχή. Δύο τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα παρουσιάζονται στη συνέχεια.

Περιοχή Ruhr, Γερμανία

Στη συγκεκριμένη περιοχή και σε μια ακτίνα 110 km περίπου, είναι εγκατεστημένοι 20 ανθρακικοί ατμοηλεκτρικοί σταθμοί συνολικής ισχύος 12.000 MW ιδιοκτησία των RWE, RAG και Ε.ΟΝ Ruhrgas.


Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, η περιοχή ξεκίνησε να βιώνει τα πρώτα σημάδια της μεταλιγνιτικής περιόδου. Η παραγωγή λιγνίτη άρχισε να μειώνεται σταθερά λόγω της αναδιάρθρωσης της βιομηχανίας χάλυβα, της εισόδου νέων καυσίμων στο γερμανικό ενεργειακό μίγμα (πυρηνικά και Φ. Αέριο) και των εισαγωγών φθηνού λιθάνθρακα από τη Νότια Αφρική και Κολομβία. Αντέδρασαν άμεσα, συλλογικά και προγραμματισμένα, κεφαλαιοποιώντας και ανατρέχοντας σε αυτό που χρόνια μεθοδικά και συνεκτικά επένδυαν: ΓΝΩΣΗ, ΤΕΧΓΝΩΓΝΟΣΙΑ, ΕΡΕΥΝΑ και ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ.
Ξεκινώντας ταυτόχρονα σχεδόν με την εξόρυξη της πρώτης «κουβαδιάς» λιγνίτη (1780), ιδρύθηκαν, μέχρι σήμερα, συνολικά 13 Πανεπιστήμια και 35 Τεχνολογικά Κέντρα και Ερευνητικά Ινστιτούτα. Παράλληλα, τα συνέδρια και οι κάθε είδους εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή με θέμα την Ενέργεια, αποτελούν σημεία αναφοράς και γεγονότα παγκόσμιας εμβέλειας.
Η περιοχή δεν παρέμεινε μονοδιάστατα εξαρτημένη από τις λιγνιτικές δραστηριότητες και προσπάθησε να αξιοποιήσει προσθετικά τις ευκαιρίες που δημιούργησε η τεράστια αυτή εξορυκτική βιομηχανία. Επιδεικτικές μονάδες αποκεντρωμένης παραγωγής, in situ αεριοποίηση λιγνίτη, χρήση κονιοποιημένου λιγνίτη σε μονάδες συμπαραγωγής, συνδυασμένη καύση λιγνίτη και εναλλακτικών καυσίμων, ανάπτυξη τοπικής βιομηχανίας ηλιακών συλλεκτών, συστήματα ψύξης με ηλιακή ενέργεια, παραγωγή βιοαερίου από κτηνοτροφικά απόβλητα, παραγωγή υδρογόνου από βιομαζικά απορρίμματα. Και όλα αυτά βεβαίως με καθαρά εξωστρεφή χαρακτήρα.
Κατασκεύασαν, για παράδειγμα, στην οροφή ενός κτιρίου του Gelsenkirchen το μεγαλύτερο σε ισχύ σύστημα ηλιακών συλλεκτών στον κόσμο χρησιμοποιώντας απλούς τεχνίτες τζαμιών, μετά από προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ο ορισμός των προγραμμάτων Τοπικής Επιχειρηματικότητας και βέλτιστο παράδειγμα συνεργασίας Πανεπιστημίων, Ερευνητικών Κέντρων και τοπικής κοινωνίας. Επενδύοντας η περιοχή του Ruhr στην έρευνα και καινοτομία, επιτυγχάνει σταθερά να επαναπατρίζει ένα σημαντικό κομμάτι των χρημάτων που δαπανώνται για την εισαγωγή πρωτογενών πηγών ενέργειας, διασφαλίζοντας και δημιουργώντας παράλληλα νέες θέσεις εργασίας και επιχειρηματικές ευκαιρίες.

Πολιτεία του Illinois, Β. Αμερική

Στην πολιτεία του Illinois ο άνθρακας εξορύσσεται εδώ και 200 περίπου χρόνια. Το 65% της πολιτείας, περίπου 37.000 τετραγωνικά μίλια αποτελούν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα. Το ενεργειακό τους περιεχόμενο ξεπερνά αυτό των πετρελαίων της Σαουδικής Αραβίας και του Κουβέιτ, ενώ το 2004 τα κέρδη του παραγόμενου άνθρακα ξεπέρασαν το 1,2 δις δολάρια.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, οι οκτώ μεγαλύτερες εταιρείας εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων, σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς, αποφάσισαν τη δημιουργία Ταμείου Διαχείρισης Πόρου Εκμετάλλευσης Άνθρακα με την εύστοχη επωνυμία «Χρηματοδοτώντας το Μέλλον» και με τη δομή που παρουσιάζεται στο σχήμα 7.



Από το 1981 μέχρι σήμερα έχουν επενδυθεί περισσότερα από 145 εκ. δολάρια σε 31 επιδεικτικά έργα αιχμής στον τομέα της περιβαλλοντικά αποδεκτής εξόρυξης, μεταφοράς και ενεργειακής αξιοποίησης του άνθρακα. Τα 145 αυτά εκ. δολάρια προσέλκυσαν επιπλέον πόρους ύψους 610 εκ δολαρίων από ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις [7]. Τα οφέλη για την πολιτεία του Illinois όσον αφορά τον κατασκευαστικό τομέα, τον τομέα παροχής υπηρεσιών και κυρίως την ανάπτυξη δεξιοτήτων για του νέους κυρίως ανθρώπους είναι περισσότερο από προφανή.
Βέβαια, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Στα πλαίσια του Περιφερειακού Προγράμματος Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Δεξιοτήτων της Πολιτείας του Illinois, τα παιδιά από τον παιδικό σταθμό μέχρι και το Λύκειο, διδάσκονται ειδικά μαθήματα αναφορικά με τη βιώσιμη αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων. Κάθε χρόνο, στα πλαίσια του διαγωνισμού για την έκδοση του «Ημερολογίου Άνθρακα- Coal Calendar Contest», περισσότεροι από 3.000 μαθητές συμμετέχουν με σχόλια, φωτογραφίες, εκθέσεις, προτάσεις, βεβαίως και διαφωνίες σε μία άτυπη «δημόσια διαβούλευση» για τον μέλλον του άνθρακα στον τόπο τους.

4. Συμπεράσματα

Οι βιομηχανίες ορυκτών στερεών καυσίμων διαμορφώνουν καταλυτικά το φυσικό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον στην ευρύτερη περιοχή δράσης τους. Η μονοδιάστατη ανάπτυξη διαμορφώνει μια ιδιάζουσα αγορά εργασίας ενώ η έλλειψη διορθωτικών παρεμβάσεων, από την πλευρά της τοπικής κοινωνίας, δημιουργεί ασφυκτικό πλαίσιο στην αναπτυξιακή πορεία της ευρύτερης περιοχής. Σε διεθνές επίπεδο, πολλές περιοχές αξιοποίησαν προγραμματισμένα και αποτελεσματικά το μέγεθος, τις ανάγκες, την τεχνολογική πολυπλοκότητα και τη μεγάλη διάρκεια ζωής των βιομηχανιών ορυκτών καυσίμων, επενδύοντας κυρίως στην Έρευνα, την Τεχνολογία και την Επιχειρηματικά Καινοτομία.
Δυστυχώς, η περιοχή μας δεν αποτελεί βέλτιστο παράδειγμα αυτής της πρακτικής. Καταφέραμε να υποβαθμίσουμε ένα σημαντικότατο τοπικό πλεονέκτημα σε αναπτυξιακή παθογένεια. Όλη σχεδόν η αναπτυξιακή φιλοσοφία της περιοχής επικεντρώθηκε γύρω από μια εύθραυστη τάση για ένταση εργασίας. Προτιμήσαμε την ατελέσφορη, εύκολη και ευκαιριακή πρακτική του «βολέματος των παιδιών μας» στη ΔΕΗ. Αναγκαίο για τη δεκαετία του 1960 και αποδεκτό για τη δεκαετία του 1970. Το να παραμένει όπως κυρίαρχη πρακτική και την δεκαετία του 2010 είναι τουλάχιστον εγκληματικό. Σαφώς και η ίδια η ΔΕΗ ΑΕ δεν είναι άμοιρη ευθυνών. Η ΔΕΗ ΑΕ, «απολογείται» στη Γενική Συνέλευση των μετόχων. Όμως, οι τοπικοί παράγοντες θα κληθούν κάποτε να απολογηθούν στις επερχόμενες γενιές. Αλλά τότε θα είναι ενδεχομένως, πολύ αργά…

Αναφορές
1. An Energy Strategy for Europe: Importance and Best Use of Ingenious Coal (European Association for Coal and Lignite), 2009
2. Karl Storchman, “The rise and fall of German hard coal subsidies”, Energy Policy, Volume 33, Issue 11, July 2005
3. Energie- und regionalwirtschaftliche Bedeutung der Braunkohle in Ostdeutschland, im Auftrag der Vattenfall Europe AG, Berlin 2005
4. Δ. Χαριτόπουλος, “ΔΕΗ και Τοπική Επιχειρηματικότητα”, Ετήσιο Τακτικό Συνέδριο ΤΕΔΚ ν. Κοζάνης, 11 Δεκεμβρίου 2009
5. David Brereton, Centre for Social Responsibility in Mining, University of Queensland, MONITORING THE IMPACT OF MINING ON LOCAL COMMUNITIES:A HUNTER VALLEY CASE STUDY, October 2004
6. Ε. Σ. Κλαμπατσέα, “Φθίνουσες βιομηχανικές περιοχές: πλεονάζων χώρος, ανθρώπινο δυναμικό και η συμβολή της γνώσης”, TEE, Αθήνα, 3-5 Ιουλίου 2006
7. Illinois Dept. of Natural Resources Office of Mines & Minerals, Annual Statistical Report 2005

Σημείωση: Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύθηκε από μέρους μου στην e-pili.

0 σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοσίευση σχολίου